Εικόνα: Καράβολας
Καράβολας. 200…. Μεσημέρι. Ο ήλιος να χτυπάει στα μάτια, σκιάζοντας το χαμογελαστό τοπίο. Μοναξιά. Φυγή. Από πού; Η θάλασσα ήρεμη αποχαιρετά τα καραβάκια, που πλέουν προς το άγνωστο ή το προκαθορισμένο κάπου. Λίγοι περπατάνε πέρα δώθε στον πέτρινο πεζόδρομο κι άλλοι με τα ποδήλατά τους βολτάρουν για την νοσταλγική Ιθάκη.
Εγώ δεν ξέρω γιατί -τριγυρνάω αφηρημένος ανάμεσά τους. Ένα τραγούδι, σαν δειλό κουταβάκι, με ακολουθεί καταπόδας. Ένα μονάχο του όλη την ώρα. Επίμονο και δισταχτικό…
Φωνή βραχνή. Παθιασμένη. Αντρίκια. Ζητά κι αυτή την Μεγάλη Φυγή. «Πάμε να φύγουμε απ’ αυτή την πόλη». Πάμε… Που; Με ποιον; Γιατί; Ερωτηματικά που ενοχλούν την ένταση της στιγμής. Πέρα δώθε η μελωδία. Πέρα δώθε εγώ. Πέρα δώθε η στιγμή με ταξιδεύει στο κενό. Είναι όντως κενό; Μπορεί το μέσα σου-εκείνο το βαθύ άδυτο- να είναι ένα τίποτα; Και οι εφιάλτες;
«Όλα ξηλώθηκαν… μείναμε μοναχοί». Όλα; Ποια όλα; Πως τόσο εύκολα ξηλώνεται μιαν αυταπάτη;
Κι εκείνος; Χαμένος κάπου στις δικές του…
Πάμε να φύγουμε – Σωκράτης Μάλαμας
Πάμε να φύγουμε απ’ αυτή την πόλη
όλα ξηλώθηκαν μείναμε μοναχοί
άνθρωποι σπίτια και φωνές
κάνουν κομμάτια το μυαλό μου
βουλιάζουν μέσα μου οι μορφές
που μόλις και διακρίνονται στο γύρω
Όλα περνούν σαν αστραπή
κι ο χρόνος μαύρο πέπλο στη σιωπή μου
μπερδεύτηκε το αύριο με το χτες
ό, τι κι αν λες το ίδιο θα συμβαίνει στη ζωή μου
Πάμε να φύγουμε απ’ αυτή την πόλη
δε βλέπεις πως μας στρίμωξαν για τα καλά
απ’ το δικό μας χέρι τίποτε δεν περνά
Πάμε να φύγουμε…