Tags

Του Γιώργου Λίλλη

 

… – οι άλλοι σε ξεγυμνώνουν, οι άλλοι πάντα σε ξεγυμνώνουν, απλά μερικές φορές προσποιούνται ότι δεν το έπραξαν ίσως γιατί συνηγορούν με το φόβο ότι την ίδια στιγμή μπορεί να συμβαίνει το ίδιο και σε αυτούς. Μπορείς να μεταχειριστείς αυτό το ξεγύμνωμα, αντιστρέφοντάς το καταπάνω σου;

 

Αυτό το ερώτημα απασχόλησε τον Τσελάν σε ολόκληρη τη ζωή του μέχρι την στιγμή που ο ίδιος, νιώθοντας ηττημένος από την διαμάχη του με τη σκληρή πραγματικότητα των άλλων έδεσε μια πέτρα και βυθίστηκε στα παγωμένα νερά του Σηκουάνα. Το ξεγύμνωμα στον Τσελάν ήταν μια προκλητική αναμέτρηση με το πολυδιάστατο εγώ του, στο σημείο που αντανακλούσε μια χαοτική και ετερόκλιτη προσωπικότητα ή οποία εμφάνιζε προς τα έξω τα χαρακτηριστικά του ανένταχτου. Γεννημένος στο Τσέρνοβιτς της σημερινής Ουκρανίας, με εβραϊκή όμως καταγωγή και μητρική γλώσσα τα Γερμανικά, ο Τσελάν έγραψε ποιήματα στη γλώσσα που μιλούσαν οι δολοφόνοι των γονιών του στο ολοκαύτωμα, καθιερώθηκε ως ο σπουδαιότερος γερμανόφωνος ποιητής του 20ου αιώνα, ενώ ο ίδιος επέλεξε την αυτοεξορία, ζώντας στο Παρίσι.  Τα φαντάσματα του παρελθόντος, ο αγώνας να συμφιλιωθεί με τη γλώσσα που μιλούσαν οι Ναζί και που ο ίδιος χρησιμοποιούσε για να αντλήσει από μέσα του τον ποιητικό του πλούτο, η πνευματική διαμάχη με τον συναισθηματικό όλεθρο αυτή της παραδοξότητας, και η τραγική στιγμή της συνειδητοποίησης ότι ο μόνος τρόπος να εκφραστεί είναι τα γερμανικά ως μια προσπάθεια συμφιλίωσης με τον ίδιο του τον ψυχισμό, τον οδήγησαν σε ρήξη με τις ισσοροπίες που ο ίδιος πάσχιζε στη ζωή του να φέρει. Από την πρώτη επίσημη εμφάνιση αυτού του ξενόφερτου ποιητή, με την παράξενη ποιητική συλλογή «Αφιόνι και μνήμη», η οποία μετέδιδε πρωτόγνωρα αισθήματα λόγω του κατακερματισμού των στερεότυπων με τη μουσική της ευδαιμονία, όπου οι εικόνες δημιουργούσαν τραγικές ερμηνείες, ο Τσελάν υπήρξε αμφιλεγόμενη προσωπικότητα στα πεπραγμένα της μεταπολεμικής Γερμανικής λογοτεχνίας. Κατηγορήθηκε για λογοτεχνική εκμετάλλευση του ολοκαυτώματος προκαλώντας τον οίκτο των αναγνωστών του, και για λογοκλοπή ποιημάτων του Ίβαν Γκολ. Όλα αυτά συνέθεσαν μια πολιορκία όπου η ευαισθησία αυτού του μοναχικού ανθρώπου τον εμπόδισε να βρει την γαλήνη. Το ξεγύμνωμα υπήρξε γι΄ αυτόν οριακό, η ποίησή του δεν ήταν παρά μια αναζήτηση ταυτότητας, ένα αγωνιώδες κεφάλαιο να συμφιλιωθεί με τον άλλο. Μάχιμος της υπεραπλούστευσης, αναζήτησε τους λαβύρινθους της ύπαρξης με στόχο να αποκρυπτογραφήσει νηφάλια όλο αυτό το συναισθηματικό πλαίσιο στο οποίο ένιωθε εγκλωβισμένος. Στα ποιήματά του εκπλήσσεται κανείς με ποιο τρόπο φανερώνεται το σθένος του να απελευθερωθεί από τις σκιές και πως η ποιητική του γλώσσα προσπαθεί αλτρουιστικά να αντιστρέψει σε φως:

 

Ματαίως ζωγραφίζεις καρδιές στο παράθυρο:

ο πρίγκιπας της σιωπής

στρατολογεί στρατιώτες κάτω στην αυλή των ανακτόρων.

Το λάβαρό του  υψώνει στο δέντρο – ένα φύλλο, που το

βάφει κυανό όταν φθινοπωριάζει

 

καλαμιές της βαρυθυμίας μοιράζει στο στράτευμα και τα άνθη του

χρόνου

με πουλιά στα μαλλιά του προχωρεί να καταθέσει τα  ξίφη.

 

Όταν ο Τσελάν γράφει «με πουλιά στα μαλλιά του προχωρεί για καταθέσει τα ξίφη», ο στίχος του ανατρέπει την κοσμοθεωρία του μίσους και των αντιπαραθέσεων, ανυψώνοντας τον άνθρωπο στην πιο ένδοξή του κατάσταση, απεκδυμένη από τα έντσικτά του, εξευγενισμένο, θεϊκό, όπου ορμά στα ξίφη με πουλιά στα μαλλιά, ανακαλύπτοντας ξανά την χαμένη του ευαισθησία. Εκδηλώνει την αίσθηση της ελπίδας, της ίδιας που ο Τσελάν αναζητά απεγνωσμένα στον εαυτό του, αλλά και κατ΄ επέκταση στην διχασμένη μεταπολεμική Ευρώπη, που προσπαθεί να επουλώσει τις τραυματικές εμπειρίες της βίας. Ο ποιητής υπερβαίνει τον ψυχισμό του, χαρίζει τον οίκτο στους δολοφόνους. Μου κάνει μεγάλη εντύπωση η δύναμη που διακατέχει αυτόν τον ποιητή, ο τρόπος που διασφαλίζει την ανοχή μέσα του, η υπερβατικότητά του να μείνει αμέτοχος στη διαιώνιση του κακού. Και γι΄ αυτό τον λόγο, ακόμα και σήμερα, η ποίηση του Τσελάν είναι μια αλληγορική μαρτυρία αντοχής σε οριακές καταστάσεις, εξανθρωπίζει, αναλαμβάνει να υπερυψώσει τον άνθρωπο πάνω από την υλιστική του υπόσταση. Η ποίηση του είναι περιπλάνηση σκοτεινών πράξεων, που καταλήγουν όμως πάντοτε, εξαγνισμένες, στο φως. Η αρετή του να μην μοιρολογεί, αλλά να μετατρέπει το θρήνο σε ερωτικό τραγούδι, φανερώνει με ποιο τρόπο ένας αληθινός ποιητής μεταποιεί τον πόνο και πως εξασφαλίζει ζωή στα πιο νεκρά σημεία της μνήμης διαμέσου των αισθήσεων:

 

Αυτός που όπως εσύ κι όλα  τα περιστέρια μέρα και

νύχτα αντλεί από το σκοτάδι

ραμφίζει την κόρη των ματιών μου, πριν σπινθηροβολήσει,

ξεριζώνει το χόρτο  από  τα φρύδια μου, πριν καν ασπρίσει,

κλείνει με πάταγο την πόρτα στα σύννεφα, πριν να γκρεμιστώ.

 

Ο Τσελάν βίωσε ένα ηθικό κενό. Μέσα στη γενική διάβρωση θεμελιωδών αξιών, υπερασπίστηκε όμως τον τρόπο ανόρθωσης της ηθικής υπόστασης, το γλωσσικό γεφύρωμα ανάμεσα στη φθορά του καθεστωτικού λόγου και της ποιητικής εκφραστικής που έρχεται να αναιρέσει το παγιωμένο στοιχείο της βαρβαρότητας. Αυτό το ηθικό κενό ήταν ο παροξυσμός που τον οδήγησε στην έκφραση, στην αναζήτηση σκοπού και νοήματος, στην προσπάθεια να αναμετρηθεί με το χάος του, με την μικρότητά του. Το πολύτιμο δώρο της συνείδησης επενεργεί στον ποιητή σαν πυξίδα όπου τον βοηθά να ξεπεράσει τις προκαταλήψεις.  Είναι λογικό, πως η γλώσσα του διαπλάθεται μέσα στο πλαίσιο του κενού αυτού, γι΄ αυτό και διαφαίνεται σε όλο του το έργο η αγωνία να το γεφυρώσει με την δύναμη να εξερευνάει και να φανερώνει μια άλλη πραγματικότητα, την ποιητική πραγματικότητα:

 

Τραγούδησες ένα τραγούδι κι εμείς πλέκαμε κιγκλίδες

στην ομίχλη:

ίσως έρθει πάλι κάποιος  δήμιος και χτυπήσει πάλι μια

καρδιά για μας

ίσως κυλήσει ένας πύργος πάνω μας και υψωθεί

μια οιμώζουσα αγχόνη

ίσως μας παραμορφώσουν κάποια γένια και πορφυρίσουν

τα ξανθά της μαλλιά…

 

Το κλαδί πάνω από την καρδιά, είναι κιόλας λευκό,

η θάλασσα πάνω από μας.

 

Για τον Τσελάν η ποίηση ήταν το μακρινό φως, ο αντίλαλος μιας προσευχής σε μια πορεία εντελώς προσωπική με τους δικούς της προβληματισμούς. Σε μια μοναξιά που δεν είχε να κάνει με την απουσία ανθρώπων αλλά με τη μοναξιά που βιώνει ένας άνθρωπος όταν συνειδητοποιεί την απεραντοσύνη του σε μια μικρής διάρκειας ζωή. Θα την ονόμαζα κατάλληλα μοναξιά του χάους. Το οδοιπορικό του Τσελάν είναι μια πραγματεία πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη.

 

σημ: η μετάφραση των ποιημάτων είναι της Ιωάννας Αβραμίδου, Πάουλ Τσελάν, Μήκων και μνήμη, εκδόσεις Νεφέλη.