Tags
τη στήλη γράφει & επιμελείται
η Λίλα Παπαπάσχου
«Τα μάτια των άλλων, η φυλακή μας. Οι σκέψεις τους, τα κλουβιά μας.»
Virginia Woolf (1882-1941)
To Βιβλίο της Κατερίνας του Αύγουστου Κορτώ ομολογώ, ότι δεν το έχω διαβάσει. Πίστευα, ότι δεν θα μπορούσα να το αντέξω. Μου είναι πολύ δύσκολο κι ας έχω δουλέψει αρκετά με τον εαυτό μου, να προσεγγίσω τέτοιου είδους βιωματικές ιστορίες, γιατί ήμουν κι εγώ πολύ μικρή, όταν ήρθα αντιμέτωπη με ακραίες καταστάσεις, απ’ τις οποίες βγήκαμε (ευτυχώς…) όλοι οι εμπλεκόμενοι ζωντανοί, όχι όμως και αλωβητοι. Πιστεύω, πως για τους περισσότερους ανθρώπους είναι πολύ δύσκολο να εκθέσουν σε δημόσια θέα τους σκελετούς, που κρύβουν στις ντουλάπες τους και θέλει πολλά κότσια για να έρθει κανείς σε μετωπική σύγκρουση με αλήθειες, ικανές να συνθλίψουν την ψευδαίσθηση της «αγίας ελληνικής οικογένειας». Ζούμε σε έναν κόσμο επιφανειακής ιλαρότητας και επίπλαστης ευδαιμονίας, κρύβοντας κάτω από το χαλάκι όλα μας τα απορρίμματα. Απ’ την πρώτη στιγμή που αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε τον κόσμο, μας πατρονάρουν στο πώς να δείχνουμε κάτι άλλο απ’ αυτό που πραγματικά αισθανόμαστε, πώς να είμαστε κάτι άλλο απ’ αυτό που πραγματικά είμαστε και πολύ σπάνια – έως καθόλου – πώς να αποκτήσουμε την δική μας ταυτότητα, σε έναν κόσμο που δεν μας έχει καμία απολύτως υποχρέωση και στον οποίο για κάποιους θα είμαστε πάντα απλά…αναλώσιμοι.
Είμαι πολύ χαρούμενη, που παρόλη την αρχική μου διστακτικότητα, τόλμησα τελικά να δω την παράσταση του Γιώργου Νανούρη (επόμενη άσκηση θάρρους να διαβάσω και το βιβλίο…) η οποία είναι βασισμένη στο προαναφερόμενο, τόσο προσωπικό, ρεαλιστικό & σουρεαλιστικό συνάμα, μα πάνω απ’ όλα βαθιά συγκινητικό βιβλίο του Αύγουστου Κορτώ. Καθόλη την διάρκεια της παράστασης – αλλά και μετά αφού πήρα τον χρόνο μου, για να σκεφτώ και να αναλύσω τα έντονα συναισθήματα που μου δημιούργησε – ένιωθα μια απέραντη ευγνωμοσύνη απέναντι σε όλους τους συντελεστές, για όλα αυτά που ανακινήθηκαν μέσα μου, για όλες τις μνήμες και τα βιώματα που ξύπνησαν από τον βαθύ λήθαργο που τα είχα καταδικάσει, για όλα όσα σημάδεψαν την εφηβεία μου, με τρόπο πολύ πιο δημιουργικό, απ’ ότι ήμουν ικανή ν’ αντιληφθώ τότε. Πολύ σπάνια με επηρεάζει μια θεατρική παράσταση σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αναφερθώ δημόσια – έστω κι έμμεσα – σε κάποια ζητήματα που επί σειρά ετών δεν τολμούσα να αγγίξω και που δυστυχώς η πλειοψηφία των ανθρώπων γαλουχήθηκε με τέτοιον τρόπο, ώστε να τα θεωρεί ακόμα και στις μέρες μας θέματα ταμπού.
Μέσα σε αυτό, το καθαρά βιωματικό πλαίσιο, εξέλαβα την ερμηνεία της Λένας Παπαληγούρα σαν ένα μοναδικό και σπάνιο δώρο. Η ικανότατη ηθοποιός, αν και πολύ νέα ηλικιακά, απέδωσε τον ρόλο της Κατερίνας με απίστευτη ωριμότητα. Χρησιμοποιώντας στο έπακρο τις αδιαμφισβήτητες υποκριτικές της ικανότητες, κατάφερε να δημιουργήσει μια δική της – εντελώς προσωπική – εκδοχή αυτής της συναρπαστικής γυναίκας, που μας αφηγείται την ζωή της… μετά θάνατον. Η Κατερίνα, έτσι όπως την διάβασε ο Γιώργος Νανούρης και την προσωποποίησε η Λένα Παπαληγούρα ήταν ένα πλάσμα υπέροχο, φωτεινό και αξιολάτρευτο ακόμα και μέσα στις πιο στυγνές εξάρσεις της αρρώστιας του, η οποία την βασάνιζε από τότε που ήταν πολύ μικρή και ανήμπορη να κατανοήσει τι ακριβώς ήταν αυτό που της συνέβαινε. Μια γυναίκα γοητευτική, η οποία διατηρώντας την παιδική της αυθάδεια, πήρε κι έδωσε πολλή αγάπη, γνωρίζοντας μέσα από την μητρότητα πέρα και πάνω από την προσωπική της κόλαση και τον επίγειο παράδεισο του να αγαπάς άνευ όρων, ορίων και λοιπών….ασφαλιστικών δικλείδων…
Η ευρηματική ηθοποιός χρησιμοποιώντας τα εκφραστικά της μέσα με τρόπο πραγματικά εντυπωσιακό κι αξιοθαύμαστο, επιστρατεύοντας πότε το χιούμορ και την σωματική της ευελιξία και πότε την απύθμενη εσωτερικότητα και το ιδιαίτερο μέταλλο της φωνής της, έδεσε αρμονικά με τον ευφυέστατο μουσικά – και απ’ ότι αποδείχθηκε ικανότατο υποκριτικά – Λόλεκ ο οποίος με την σειρά του την ακολουθούσε στο ζενίθ και το ναδίρ της, υπογραμμίζοντας με νότες, ήχους και μουσικούς αυτοσχεδιασμούς την τρυφερότητα, τον ερωτισμό, την ένταση, τον παραλογισμό, τα σπαρακτικά ξεσπάσματα της, χωρίς ούτε για ένα δευτερόλεπτο να την αφήσει σκηνικά – και επί της ουσίας – ακάλυπτη.
Η ταλαντούχα ηθοποιός, πέτυχε έναν ερμηνευτικό άθλο, χαρίζοντας στο αθηναϊκό κοινό ένα ρεσιτάλ ερμηνείας, το οποίο σίγουρα θα συζητηθεί πολύ και για μεγάλο χρονικό διάστημα – και δίκαια. Έχοντας συνεχώς στο πλευρό της «τα δύο αγόρια της» , τα οποία είχαν την μορφή του Λόλεκ σε διπλό ρόλο μουσικού και ερμηνευτή και του σκηνοθέτη της παράστασης Γιώργου Νανούρη, ο οποίος έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο ξεδίπλωμα αυτής της ζόρικης, αυθεντικής και πολυσύνθετης προσωπικότητας, πότε λούζοντας την στο φως, άλλοτε κρύβοντας την στο ημίφως και εντέλει εξαφανίζοντας την στο απόλυτο σκοτάδι της ανυπαρξίας, που στην περίπτωση της ισοδυναμούσε με την γαλήνη και την ηρεμία, που μάταια επιζητούσε όσο ήταν ζωντανή. Στο τέλος απέμεινε στην σκηνή αυτή η υπερκόσμια λάμψη, η ανεξήγητη λογικά, μια λάμψη που θύμιζε φωτοστέφανο και ακολουθούσε την μορφή αυτής της ταλαιπωρημένης -απ’ τους ίδιους της τους δαίμονες – γυναίκας, σε ολόκληρο το αυτοβιογραφικό της ταξίδι.
Σύμφωνα με τον Αυστριακό ψυχίατρο Alfred Adler (1870-1937) «οι μόνοι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι αυτοί που δεν γνωρίζουμε πολύ καλά». Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω μαζί του. Όλοι μας είμαστε εν δυνάμει ή εν ενεργεία (άσχετα αν τις περισσότερες φορές είμαστε οι τελευταίοι που το συνειδητοποιούμε) «παρανοϊκοί» και είναι πολύ πιο εύκολο απ’ ότι κάποιοι νομίζουν, να μεταμορφωθούμε απ’ την μία στιγμή στην άλλη, σε ιδανικούς αυτόχειρες. Η Κατερίνα του Άυγουστου, του Γιώργου, της Λένας και του Λόλεκ μας καταβύθισε στις κατακόμβες ενός κατακερματισμένου μυαλού που συνυπήρχε με μια ευαίσθητη και τρυφερή ψυχή, η οποία δεν κατάφερε να αντέξει το – ομολογουμένως – ασήκωτο βάρος μιας καθόλα παράλογης καθημερινότητας. Η ιστορία της Κατερίνας, θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν μια φιλική υπενθύμιση προς τον καθένα από μας, ότι η τρέλα απέχει ελάχιστα από την λογική και πως κανένας από τους υποτιθέμενους «έχοντας σώας τας φρένας» δεν είναι στο απυρόβλητο.
Η άγνοια, ο φόβος και η προκατάληψη είναι οι πραγματικές ασθένειες που πρέπει να θεραπεύσουμε, χρησιμοποιώντας ως αντίδοτο την ανοχή, την κατανόηση και την…αγάπη. Μπορεί «η δυστυχία να περνάει από γενιά σε γενιά», αλλά το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί – και νομίζω στο χέρι μας είναι να το προσπαθήσουμε τουλάχιστον – και με την αγάπη. Εγώ πάντως, ειδικά μετά την εμπειρία της συγκεκριμένης παράστασης, σκέφτομαι να ποντάρω στο «η αγάπη περνάει από γενιά σε γενιά»…κι ας χάσω…
Εσείς παρόλα αυτά, δεν πρέπει να χάσετε με τίποτα την ευκαιρία, να ζήσετε την εμπειρία της “Κατερίνας”… που σας περιμένει κάθε Δευτέρα στις 9 το βράδυ και κάθε Παρασκευή λίγο πριν τα μεσάνυχτα στο Θησείο – Ένα θέατρο για τις Τέχνες, για να σας «μυήσει» στον κόσμο της, ο οποίος τελικά μπορεί να μην απέχει και τόσο πολύ από τον δικό σας, των αγαπημένων σας, ή όλων αυτών των ανθρώπων που συναντάτε καθημερινά στον δρόμο, το μετρό, την δουλειά σας και φυσικά στον υπέροχο, εικονικό κόσμο του Facebook και των λοιπών μέσων κοινωνικής δικτύωσης , που όσο περνάει ο καιρός θυμίζουν όλο και περισσότερο ένα απέραντο, ψηφιακό, μεταμοντέρνο…φρενοκομείο!
Εξαιρετικη προσέγγιση !!!
Στις 10:24 π.μ. Πέμπτη, 11 Δεκεμβρίου 2014, ο/η ΑΛΛΙΩΣ έγραψε:
#yiv1878332008 a:hover {color:red;}#yiv1878332008 a {text-decoration:none;color:#0088cc;}#yiv1878332008 a.yiv1878332008primaryactionlink:link, #yiv1878332008 a.yiv1878332008primaryactionlink:visited {background-color:#2585B2;color:#fff;}#yiv1878332008 a.yiv1878332008primaryactionlink:hover, #yiv1878332008 a.yiv1878332008primaryactionlink:active {background-color:#11729E;color:#fff;}#yiv1878332008 WordPress.com | lilapapapaschou posted: “τη στήλη γράφει & επιμελείταιη Λίλα Παπαπάσχου «Τα μάτια των άλλων, η φυλακή μας. Οι σκέψεις τους, τα κλουβιά μας.»Virginia Woolf (1882-1941) To Βιβλίο της Κατερίνας του Αύγουστου Κορτώ ομολογώ, ότι δεν το έχω ” | |
LikeLike