Ξέρεις. Είναι λίγο πριν τα μεσάνυχτα. Το δωμάτιο είναι κρύο. Έξω βρέχει. Δεν έχω ανοίξει καθόλου το ραδιόφωνο. Τα βιβλία αραδιασμένα στο κρεβάτι. Αδιάβαστα. Στο τραπεζάκι μπουκάλια. Αλκοόλ. Τσιγάρα καπνίζουν ξεχασμένα. Όλα είναι έτοιμα για την υποδοχή του νέου χρόνου.
Παραμονή. Μέσα σ’ ένα φαντασμαγορικό λεπτό. Το ξέρω. Τίποτα δε θα αλλάξει. Μονάχα ένα ψηφίο. Λες και κρέμεται μιαν ολόκληρη υφήλιος σ’ ένα τόσο δα ψηφίο. Για πες. Αξίζει;
Θα’ θελα. Για να ολοκληρωθεί το σκηνικό. Καταλαβαίνεις. Παλιές φωτογραφίες. Να ζωηρέψουν λίγο την απελπισία. Να χρωματίσουν κατάλληλα. Να επισημάνουν. Την στιγμή. Όπως το δάκρυ. Η σιωπή. Το ανολοκλήρωτο κάτι. Φαντάσου τα όλα μαζί. Σα παζλ. Μιαν αλληλουχία διαφορών. Που μαζί κάνουν αυτό. Το… μεγάλο μπαμ… ας το πούμε έτσι.
Όχι. Όχι. Μη στεναχωριέσαι. Δε φταις εσύ. Είναι. Να, σαν να γεννήθηκα με ένα κενό. Μια τρυπούλα. Κάθε που κινώ. Τσουπ. Όλο και κάτι χάνω. Μια συλλαβή. Έναν έρωτα. Μια φιλία. Δε φταις εσύ. Ούτε εγώ. Είναι που δε γεμίζω. Μη στεναχωριέσαι.
Είπα, προηγουμένως, για την σιωπή. Κοίτα. Δεν είναι πάντα κακή. Ώρες ώρες μοιάζει με τον φίλο. Εκείνον που είναι πάντα εκεί για να σ’ ακούσει. Χωρίς να περιμένει ανταλλάγματα. Γιατί χαμογελάς;
Αλήθεια. Όπως εσύ. Εδώ. Τώρα. Δε μ’ ακούς; Ή περιμένεις κάτι από μένα. Έχεις χρόνια να μου γυρέψεις κάτι. Έχεις χρόνια να μου μιλήσεις. Έρχεσαι μονάχα βράδια. Κάθεσαι δίπλα μου. Σιωπηλή. Όπως τότε. Στο ίδιο θρανίο. Με το ίδιο μυστηριώδες χαμόγελο.
Δεν είναι που είσαι νεκρή. Αυτό δε με φοβίζει. Είναι η απόσταση. Μιαν ολόκληρη ανυπαρξία. Για να σου κλέψω ένα ψιθύρισμα. Μια συγκατάβαση. Να νοιώσω- ρε παιδί μου- σιγουριά. Πόσο μακριά πέφτει ο θάνατος;
Ο λεπτοδείκτης ασθμαίνει. Κουράστηκε κάθε χρόνο τις ίδιες μαλακίες. Αργούν ακόμη τα βεγγαλικά. Που είχα μείνει;
Α, ναι! Είναι -όπως σου έλεγα- η απόσταση. Φαντάσου. Για να φτάσει κάποιος στην Ανδρομέδα χρειάζεται -περίπου- δύο εκατομμύρια έτη. Εσένα πως να σε προσεγγίσω; Και ο δρόμος. Δεν είναι καθόλου φιλικός. Ειδικά με άτομα σα κι εμένα.
Στο μάθημα της μουσικής. Μου τραγουδούσες το Yesterday. Πάντοτε μου μάθαινες να μιλάω για το χθες. Ποτέ όνειρα. Ποτέ προσδοκίες. Αυτά είναι για τους ανόητους.
Μη μου ζητάς να μπω μέσα. Τέτοια ταξίδια με προδιαγεγραμμένο τον προορισμό με τρομάζουν. Ζήτα μου ό, τι άλλο θες. Μετά από τόσα χρόνια το αξίζεις. Όχι αυτό. Κάτι άλλο. Οτιδήποτε. Κλείσε την πόρτα.
5, 4, 3, 2, 1…
Πάτα γκάζι! Άφησέ τους να φάνε την σκόνη μας!
Δε γουστάρω πάλι τις ίδιες ευχές. Τα κενά λόγια. Τα κουραστικά μηνύματα στο κινητό. Τα δήθεν λογοπαίγνια. Γκάζωνε και φύγαμε!