“Το Κορίτσι της Δύσης”
…κατά κόσμον Λίλα Παπαπάσχου
Σε μια γκρίζα κολόνα
στηρίζεται όλο το βάρος
μιας ζωής που ξοδεύεται αφειδώς.
Ντυμένη με διάφανα ρούχα.
Το κατακερματισμένο κορμί
διατηρεί ανέπαφη την αγοραστική του αξία.
Είναι κάποιες συνήθειες ευυπόληπτων πολιτών!
Δεν επηρεάζονται ποτέ απ’ την οικονομική δυστοκία.
Υπάρχουν ανάγκες και ένστικτα, πρωταρχικά
καταδικασμένα να μείνουν, παντοτινά ανικανοποίητα.
Κάθε μεσημέρι την βλέπω, να λικνίζεται προκλητικά
την ώρα που αγέλαστοι περαστικοί
της μικρό-μεσαίας τάξης
λιγουρεύονται το ζεστό τους φαγάκι
σερβιρισμένο πάντα στην ώρα του
με ψωμάκι, φετούλα και ολίγον κρασάκι.
Τους ατενίζει με περιφρόνηση.
Κάποιους τους γνωρίζει καλά.
Συγκαταλέγονται στους καλύτερους…
τους πιο τακτικούς…
τους πιο απαιτητικούς…
Πελάτες.
Πάντα στο ίδιο σημείο.
Σταματημένο ρολόι, με τους δείκτες κολλημένους στο χθες.
Ποια πατρίδα την νοσταλγεί, ποιο χωριό, ποιος εφηβικός έρωτας
ποια ανήλικη αυταπάτη;
Φυλάει σκοπιά στην λίμπιντο μιας πόλης
που ποτέ δεν έμαθε να αγαπάει, μόνο εκσπερματώνει βαριανασαίνοντας.
Μετά αλλάζει πλευρό και κοιμάται.
Καπνίζει ένα τσιγάρο, τινάζει τα μαλλιά, ακονίζει τα θέλγητρα της.
Αν όχι αυτή, κάποια άλλη, κάπου αλλού
σε κάποιο άλλο σημείο του χάρτη.
Ονειρεύεται με μάτια ορθάνοιχτα, έναν ανθισμένο κήπο
μιας ακαθόριστης Άνοιξης.
Τα λόγια που την έφεραν ως εδώ, αποδείχθηκαν απατηλά
τα βεβήλωσαν οι πράξεις.
Κανείς δεν ακουμπά με στοργή, σώματα στραγγισμένα
απ’ τα κρεβάτια της αγοραίας ηδονής.
«Καλησπέρα….»
«Τι θες κοπέλα μου μεσημεριάτικα…τράβα απ’ εδώ…κήρυγμα ήρθες να μου κάνεις;…»
«Όχι εγώ…»
«Μήπως γουστάρεις καμιά φάση;»…
Όχι δεν γουστάρω τέτοιες φάσεις…γενικά.
Το βλέμμα της διασταυρώνεται μ’ αυτό του ιδιοκτήτη...
Φαίνεται καθόλα φυσιολογικός.
Ένας άνδρας μετρίου αναστήματος, φαλακρός.
Με νύχια αρπαχτικού και γυάλινα μάτια.
Οπισθοχωρώ, ηττημένη απ’ την πραγματική ζωή.
Δεν υπαναχωρεί μπροστά σε ρομαντισμούς
και λοιπές φιλοσοφικές προεκτάσεις.
Συνεχίζει να μου φωνάζει, ενώ προσπαθώ, ν’ απεγκλωβιστώ
απ’ την τροχιά της…
«Τράβα μωρή στο αφεντικό σου…να του κάνεις κουνήματα…μπας και σου κάνει καμία αύξηση…άντε μου στο διάολο…άντε, τι με κοιτάς; Τράβα στον μαλάκα που σε πληρώνει για να του κάνεις παιδιά και να του σιδερώνεις τα πουκάμισα…τίποτα δεν είναι τζάμπα κοπελιά…άντε δρόμο….πέρνα πάλι αύριο και αν σου βαστάει έλα και πες μου, ποια απ’ τις δυο μας είναι η πουτ…»
Σιωπή.
Τι να απαντήσει κανείς σ’ έναν άνθρωπο
που γνωρίζει τόσο καλά
από ανθρώπινες συναλλαγές.
Αύριο θα την ξαναδώ. Εκείνη ή κάποια άλλη.
Χαλκοκονδύλη & 3ης Σεπτεμβρίου γωνία.
Στην ίδια…απαράλλαχτη στάση…