Tags

Kiss-munch

“Το φιλί”, έργο του Νορβηγού Έντβαρτ Μουνκ το 1897.


“Το Κορίτσι της Δύσης”

….κατά κόσμον Λίλα Παπαπάσχου


*

“…Βροχή και σήμερα κι ούτε ένα γράμμα σου

κι ούτε ένα μήνυμα στον μαύρο ουρανό

φυλάξου αγέρα μου, φυλάξου αγρύπνια μου, φυλάξου αγόρι μου

από τον κεραυνό…”

Υπάρχει μία στιγμή. Η τέλεια στιγμή.

Υποταγμένοι οι εγωισμοί, στις απότομες εναλλαγές της φύσης.

Ακολουθούμε – ετησίως & ανελλιπώς – τον ανθοστολισμένο Επιτάφιο.

Προς άγραν Ανάστασης και της πνευματικής μας ανάτασης.

Απελπισμένοι θνητοί.

Επιθυμώντας διακαώς την αιώνια ζωή, συμβιβαζόμαστε

με τον λιγότερο επώδυνο, θάνατο.

Αμέτρητα κεριά. Στολισμένα, λιτά, μυρωμένα, λευκά.

Μια πομπή δίχως τέλος κι αρχή

προς το άπλετο φως της υπέρτατης φώτισης.

Ο Θεός που (επ)αναπαύεται μέσα μας

δίνει την καθιερωμένη του μάχη

με το δέκα των εντολών

το επτά των θανάσιμων αμαρτήματων

το αναρίθμητο του ανθρώπινου όνειδους.

“ΟΥ” το ένα, “ΟΥ” το άλλο

αλυσοδεμένη η ζωή μας

με υπερκόσμιες προστακτικές, μεταθανανάτιες εμμονές, θεόσταλτες απαγορεύσεις.

Δύο μαζί διαπερνούν πιο εύκολα το σκοτάδι της άγνοιας.

*

“…βρέχει, σταγόνα γίνομαι μικρή

που αγγίζει απαλά το πρόσωπο σου

λίγο προτού παγιδευτεί, σε μια ρωγμή

στην άκρη των χειλιών σου…”

Υπάρχει μία τέλεια στιγμή. Σταματάει η αλόγιστη ροή του χρόνου.

Υπάρχει ένα ακλόνητο μαζί. Ακυρώνει τη μοναξιά του συνόλου.

Η εξιλέωση αργεί, όμως η αγάπη τάσσεται ανέκαθεν

υπεράνω ειδώλων.

Η αγάπη…πέντε γράμματα = ένας λαβύρινθος συναισθημάτων

Η αγάπη… μία υπερβατική εξίσωση… πάθους και αυτοθυσίας…

Η αγάπη…ελιξήριο της νεότητας!

Λειαίνει τις ρυτίδες της μοναξιάς, σκοτώνει το τέρας του φόβου

αποκαθιστά τις κακώσεις.

Δεν υπάρχουν “γιατί”…μόνο “πως”…

Όλα συμβαίνουν για έναν κρυφό

απώτερο λόγο…σκοπό…μη ρωτάς…θα σου αποκαλύψω το μυστικό…

όταν θα είσαι έτοιμος, να πιστέψεις….

Άκου τη βροχή…κάτι προσπαθεί να μας πει

μην τη φοβάσαι…

Είναι όπως εμείς

  ρευστή… διάφανη…προσωρινή.

Όλα θα στεγνώσουν με την πρώτη λιακάδα.

Τα ρούχα μας, τα μαλλιά, τα πικρότερα δάκρυα.

*

“…βρέχει κι εγώ τυλίχτηκα σ’ αυτή την αγκαλιά

στα σκουριασμένα σύννεφα, στα φύλλα

στης βρέγμενης γης τη μυρωδιά…

Ας ήτανε να πνιγώ, σαν μια σταγόνα

μέσα στα χείλια σου εγώ

Βροχή μου!

σκέπασε αυτή την γωνιά

τούτο το σώμα που διψά…”

Υπάρχει μία τέλεια στιγμή.

Ακούς από αόρατα μεγάφωνα τις πιο ονειρεμένες

μουσικές συνευρέσεις…

Ο ήλιος, ασυνήθιστα διαπεραστικός

ξεπροβάλλει καθάριος. μέσα απ’ το χαλάζι της διάψευσης.

Τον αντικρύζεις  – επιτέλους –  κατάματα

και δεν τρυπάνε πια οι φλεγόμενες ακτίνες

το βλέμμα σου.

Υπάρχει μία τέλεια στιγμή.

Ως και ο θάνατος θα εξοστρακιστεί

απ’ τα αλύγιστα θέλω μας.

Μην χαραμίσεις άλλη ευχή

όπως έκανες πέρυσι…και πρόπερσι…και πάντα…

Άναψε το κερί μου, να ανάψω κι εγώ το δικό σου.

Αρχίζει σιγά-σιγά το πλήθος, να ακολουθεί σαν υπνωτισμένο

ομοιώματα καθαγιασμένων τάφων

 με μόνα παρθένα τα άνθη.

Μας προσκαλεί ο ουρανός…

η βροχή…

τα αγέννητα παιδιά μας…

Χαίρε ω Χαίρε! 

Ό,τι  έχω και δεν έχω…ποντάρω ξανά…

στην πιο γλυκιά αυταπάτη!

Χαίρε ω Χαίρε!

*

“…οι δρόμοι λες και έχουνε αδειάσει, τα φώτα ανάψανε δειλά

δεν έχει ακόμα σκοτεινιάσει κι όλα μπερδεύονται γλυκά…”