Tags
ΠΡΟΣΩΠΟ-ΚΕΝΤΡΙΚΑ
ΜΕ ΤΟΝ ΤΣΙΜΑΡΑ ΤΖΑΝΑΤΟ
“Τεράστια η απόσταση από σώμα σε σώμα. Γι’ αυτό λαχανιάζουμε στον Έρωτα. Διασχίσαμε πολλά χιλιόμετρα, για να φτάσουμε. Στον άλλον…”
Δεσποινίς Δυστυχία
γράφει & επιμελείται
η Λίλα Παπαπάσχου
Ορίζεται, καθορίζεται, περιορίζεται η Τέχνη;
Για μένα η Τέχνη είναι ο μόνος τρόπος για να αφήσει ο άνθρωπος το αποτύπωμα του ως προσωπικότητα στον κόσμο. Εκεί έχω καταλήξει κι αυτό είναι για μένα το πιο σημαντικό. Γι’ αυτό και θεωρώ, ότι στην Τέχνη πρέπει να είναι κανείς αληθινός, απόλυτα ειλικρινής και διαυγής, τόσο που να εκθέτει ακόμα και τον εαυτό του. Αν δεν είσαι διατεθειμένος να το κάνεις αυτό, δεν έχεις λόγο να ασχοληθείς με την Τέχνη. Τώρα σχετικά με το αν περιορίζεται- ναι περιορίζεται. Περιορίζεται πάντα από τις συνθήκες και το εκάστοτε κοινωνικό πλαίσιο, που κι αυτό με τη σειρά του “περιορίζεται” απ’ τους ανθρώπους. Και σε πολλές περιπτώσεις κι από τον ίδιο τον δημιουργό. Αλλά η Τέχνη απ’ την φύση της πρέπει να “σπάει” τους περιορισμούς. Άρα για μένα η Τέχνη ορίζεται, καθορίζεται, αλλά δεν περιορίζεται.
Ισχύει, ότι στην Ελλάδα είμαστε ολίγον «φωτεινοί παντογνώστες» και πάντα πιστεύουμε, ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε καλύτερα τη δουλειά του άλλου;
Ναι ισχύει και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό. Δεν ξέρω αν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, αλλά είμαστε στην Ελλάδα και μιλάμε ως Έλληνες. Θεωρούμε, ότι επειδή έχει ο καθένας μας κι από ένα μικρόκοσμο, οι δικές μας εμπειρίες είναι και εμπειρίες όλου του κόσμου. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το θέμα της σεξουαλικότητας και την φασίζουσα αντίληψη που έκτισε πολιτισμούς και κοινωνίες, και συνεχίζει ακόμα δυστυχώς παρά την επίφαση μιας ψευδοελευθεριότητας-: θεωρούμε πως δικαιούται ο καθένας να λέει αυτό είναι σωστό κι αυτό είναι λάθος, αυτό φυσικό και αυτό αφύσικο. Και να αναγάγει αυτή την καταστροφική για τον άνθρωπο κατασκευή περί του «φυσικού» και του ορθού, σε κανόνα ζωής. Όχι φίλε μου, αυτό είναι κανόνας θανάτου, όχι ζωής. Μιλάς με βάση τις «δικές» σου, «προσωπικές» προτιμήσεις και εμπειρίες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εκφράζεις ένα ευρύτερο σύνολο ανθρώπων. Σεξ που δεν έκανες, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει. Άλλωστε ο ερωτισμός και η σεξουαλική έκφραση μαζί με το λόγο είναι και τα μόνα χαρακτηριστικά, που μας διαχωρίζουν από τα υπόλοιπα ζώα. Δεν μπορούμε να ξέρουμε τα πάντα και δεν χρειάζεται να ξέρουμε τα πάντα και σίγουρα δεν οφείλουμε να έχουμε γνώμη για τα πάντα. Όταν δεν ξέρουμε, ρωτάμε να μάθουμε. Αλλιώς δεν δικαιούσαι να μιλάς για κάτι που δεν ξέρεις. Πες μου για σένα, πες μου για τη ζωή σου, μη μου λες θεωρίες για τον κόσμο.
Ποιες είναι κατά την άποψη σου, οι βασικές αιτίες της κοινωνικοπολιτικής και οικονομικής μας κατάρρευσης;
Με ρωτάς τώρα για ένα θέμα, που τους τελευταίους ειδικά μήνες έχω πια ξεκαθαρίσει, ότι πραγματικά δεν μπορείς να έχεις καμία τελική άποψη για τίποτα. Φτάσαμε σε ένα σημείο τόσο εφιαλτικό, που οποιαδήποτε γνώση ή αντίληψη και να είχαμε όλους αυτούς τους μήνες, κάθε μέρα έφερνε κάτι άλλο που ματαίωνε οτιδήποτε είχες πει την προηγούμενη, δημιουργώντας σε όλους μία τρομακτική ανασφάλεια. Βέβαια αυτό έχει κι ένα καλό, που κρύβει όμως και μία αγριότητα. Νομίζω, ότι τελειώνει μία μεγάλη “ασπρόμαυρη” περίοδος της εποχής και του ανθρώπινου πολιτισμού, αλλά το εν λόγω τέλος είναι “μακράς διαρκείας”, όπως έχει πει και ο Αξελός. Το τέλος, διαρκεί, δεν είναι στιγμή. Θεωρώ, πως αυτό το τέλος –που διαρκεί- βιώνουμε και απλώς η Ελλάδα έτυχε να βρίσκεται λόγω ειδικών συνθηκών, στο επίκεντρο αυτής της κατάστασης. Είμαστε το πρώτο σύμπτωμα αυτής της κοσμοϊστορικής αλλαγής. Όσα βιώνουμε εμείς τον τελευταίο καιρό σταδιακά διογκώνονται και αρχίζουν να εξαπλώνονται και στην υπόλοιπη Ευρώπη – και πέρα απ’ την Ευρώπη – και τώρα πια δεν έχουν περιθώριο να παραμένουν θεατές, όπως ήμασταν κι εμείς κάποτε. Κλείναμε την τηλεόραση και αδιαφορούσαμε για τέτοιου είδους καταστάσεις. Τώρα όμως δεν είμαστε πια θεατές, είμαστε το γεγονός το ίδιο. Το “συμβάν”. Και αυτό είναι η μεγαλύτερη τραγωδία. Αλλά και ο ορισμός της τραγωδίας: να είσαι το “συμβάν”. Να εγκλωβιστείς και να μη βλέπεις πουθενά μία έξοδο.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά, που θα έπρεπε να διαθέτουν απαραιτήτως, όσοι ασχολούνται με τα κοινά;
Για μένα το σημαντικότερο είναι να επανέλθει στο προσκήνιο η έννοια της συλλογικότητας. Αν και οι πολιτικοί – μέσω της πολιτικής που ασκούν – κάνουν ότι κάνουν με πρόφαση τη συλλογικότητα, στην ουσία όλο αυτό είναι μία επίφαση. Συλλογικότητα σημαίνει να προσπαθείς για το σύνολο μαζί με τους άλλους κι όχι να χρησιμοποιείς τους πάντες για να ικανοποιήσεις τις προσωπικές σου φιλοδοξίες. Απ’ την άλλη για να λέμε και του στραβού το δίκιο, ο καθένας μας ως πολίτης, έχει και τα κλισέ του και τις κονσερβοπιημένες ιδέες του και ίσως θα πρέπει να κάνουμε κάποια στιγμή την αυτοκριτική μας. Γιατί ακόμα κι εμείς που είμαστε ας πούμε πιο ψαγμένοι και προερχόμαστε από την Αριστερά – αν και πια δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνουν όλοι αυτοί οι όροι – συνηθίσαμε να μιλάμε με τσιτάτα και συνθήματα άλλων εποχών. Αυτή η γενικευμένη απαξίωση της πολιτικής – που έχει ένα έντονα επικίνδυνο λαϊκίστικο στοιχείο – είναι μεν εύλογη, αλλά δεν βοηθάει. Όπως δεν βοηθάει και η μετάθεση ευθυνών. Η εκάστοτε πολιτική κατάσταση της χώρας είναι καθρέφτης μας. Δεν είμαστε ένας αγνός και καθαρός οργανισμός οι Έλληνες ως «λαός» -λαός: άλλη μια λέξη με «θρησκευτικό» φορτίο εν τέλει και ελάχιστα πολιτικό τώρα πια- με μόνο θετικά πρόσημα και φαντασιωτικά προορισμένοι για το μεγάλο. Τάχα. Μεγαλομανείς είμαστε. Με την ψυχιατρική έννοια του όρου. Αρνούμαστε το πραγματικό έχοντας ψευδή αίσθηση της ταυτότητάς μας. Εντέλει, μήπως πρέπει να αλλάξουμε εμείς για να αλλάξουν κι οι άλλοι;
Το θέατρο για σένα είναι διδασκαλία ή διδαχή;
Για μένα το θέατρο είναι βιωματική εμπειρία. Αυτό είναι η Τέχνη γενικότερα. Το θέατρο συγκεκριμένα εμπεριέχει μία τεράστια, αρχετυπική δύναμη και δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός, ότι χρησιμοποιείται σαν εργαλείο “θεραπείας” διεθνώς. Το θέατρο για μένα είναι σαν μία πελώρια μεταφορά του τι είναι ο ψυχισμός του ανθρώπου. Γι’ αυτό θεωρώ τον Άμλετ ένα συγκλονιστικό κείμενο. Μιλάει για την αλήθεια και το ψέμα κι εκεί έγκειται κι η τραγωδία του ήρωα. Ανακαλύπτει πως ο κόσμος είναι ένα απόλυτο θέατρο. Δεν είναι επίσης καθόλου τυχαίο, ότι η αποκάλυψη της αλήθειας γίνεται μέσω μίας θεατρικoποιημένης αναπαράστασης που στήνει ο Άμλετ για να τσεκάρει τις αντιδράσεις των σφετεριστών του θρόνου, που εντέλει αναγνώρισαν τους εαυτούς τους μέσα σ’ αυτήν την θεατρική πράξη προδίδοντας την ενοχή τους. Άρα ποια είναι η δύναμη του θεάτρου; Ότι είναι ένας τρομακτικός καθρέφτης ή όπως έχει πει ο Μπρεχτ ένας μεγεθυντικός φακός. Επίσης, ο Φρόυντ έχει βάλει σαν προμετωπίδα στο έργο του ‘Ερμηνεία των Ονείρων“, μία ρήση που πραγματικά συμπυκνώνει ευφυέστατα την ουσία αυτών που συζητάμε, λέγοντας χαρακτηριστικά: “η αλήθεια είναι υπερβολική, για να φαίνεται.”
Χρησιμοποιώντας τον τίτλο μίας από τις πιο δυνατές και επιτυχημένες δουλειές σου – μιλάω για την «ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ» – ποια είναι η δική σου, μεγαλύτερη καλλιτεχνική και προσωπική εκκρεμότητα ;
Αισθάνομαι, ότι δεν έχω κάποια καλλιτεχνική εκκρεμότητα, με την έννοια της αγωνίας να πραγματοποιήσω κάτι συγκεκριμένο. Αυτό που εκκρεμεί πάντα είναι η συνάντηση με την πραγματικότητα και κατ’ επέκταση το “πραγματικό”. Η ιστορία της εκκρεμότητας καταλήγει λέγοντας στον ήρωα “ξέρετε εκκρεμεί χρόνια για σας, η παραλαβή μίας πραγματικότητας” κι εκεί τελειώνει το έργο. Αυτό για κάποιους θεατές ήταν πολύ σοκαριστικό. Λυτρωτικά σοκαριστικό, ευτυχώς. Εγώ είμαι γενικά υπέρμαχος της πραγματικότητας κι ας χρησιμοποιώ, ως επί το πλείστον, το φαντασιακό μου δυναμικό, όπως κάθε δημιουργός. Ακόμα και στον έρωτα θέλω να ερωτευτώ την πραγματικότητα κι όχι να φαντασιωθώ τον άλλο. Η πραγματικότητα είναι τρομερό πράγμα. Αυτό ισχύει και για την πολιτική. Οι ιδεολογίες είναι η αποθέωση του φαντασιακού εις βάρους του πραγματικού. Κάθε ιδεολογία εμπεριέχει και μία θρησκεία. Η καταγωγή των ιδεολογιών είναι θρησκευτική. Και παραμένει, χωρίς να το ομολογούμε. Ο Θεός “πέθανε” και τον αντικαταστήσαμε με κάτι άλλο, γι΄αυτό είμαστε και τόσο φανατικοί στις πεποιθήσεις μας. Εμένα με ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα πόσο δημοκρατικός είναι ο άλλος, όλα τα άλλα δεν με αφορούν καθόλου, ή με αφορούν λιγότερο. Τώρα πια.
«Δεσποινίς Δυστυχία» είναι ο τίτλος της νέας σου συγγραφικής πρόκλησης. Γιατί θέλησες να μας αφηγηθείς τη συγκεκριμένη ιστορία;
Όταν γράφω, το κάνω γιατί κάτι βαθιά μέσα μου πιέζει να βγει κι αυτό έχω μάθει να το ακούω. Η “Δεσποινίς Δυστυχία” είναι μεν ένα φανταστικό πρόσωπο, αλλά υπάρχει στη ζωή μας και γίνεται αντιληπτή σε όλους εκ του αποτελέσματος. Είναι μία αλλόκοτη γυναίκα που δεν έχει ηλικία, σχεδόν αμίλητη, η οποία απ’ όπου περνάει αφήνει το αποτύπωμα της και όλα γύρω της καταρρέουν, ενώ ότι αγγίζει καταστρέφεται. Στην ουσία είναι σαν ένας μεγάλος σκοτεινός καθρέφτης. Ίσως αυτό που με ώθησε να φτιάξω τη Δυστυχία έτσι όπως κατέληξε να είναι, έχει να κάνει με το γεγονός, ότι αυτό που λέμε «δυστυχία» -καθ’ υπερβολήν- και έχει να κάνει με την οδύνη του ανθρώπου, το έχω δει από πολύ νωρίς – και ο καθένας από εμάς – μέσα μου και γύρω μου. Και έχω καταλάβει πως η φύση του ανθρώπου είναι συνυφασμένη με την οδύνη. Εξ’ ου και υπάρχει ένα κομβικό σημείο στο βιβλίο, όπου το πρόσωπο μιλάει για τα δύο στοιχεία που ενυπάρχουν στον άνθρωπο, σαν δύο ερπετά μέσα του, τη «δυσφορία» και την «ανακούφιση». Ο άνθρωπος ποθεί διακαώς, να ξεφύγει κάποια στιγμή απ’ την εγγενή οδύνη του. Αυτήν την απέλπιδα προσπάθεια την αποκαλούμε χαρά, την αποκαλούμε ευτυχία, αλλά δυστυχώς δεν έχει διάρκεια και ίσως αυτό να θέλει να μας πει η “Δεσποινίς Δυστυχία”, ότι δηλαδή θα πρέπει να συμφιλιωθούμε κάποια στιγμή με τη διττή μας φύση. Έχουμε μάθει να τα βλέπουμε όλα είτε άσπρα ή μαύρα, αλλά ο κόσμος είναι πολύχρωμος και μάλιστα διαθέτει μια απίστευτη παλέτα αποχρώσεων. Αφόρητα ιλιγγιώδη. Με την έννοια του υπαρξιακού ιλίγγου. Το συγκεκριμένο έργο τελικά αποδείχτηκε προφητικό, με ένα σουρεαλιστικό τρόπο, γιατί μιλάει για ένα “τέλος”, παρόμοιο με αυτό που βιώνουμε στις μέρες μας και παράλληλα έχει να κάνει με την ασθένεια του κεντρικού ήρωα, η οποία θα τον οδηγήσει σε ένα πιο ρεαλιστικό και σαφώς πιο επώδυνο τέλος, αν και δύσκολα μπορεί να διαχωρίσει ο αναγνώστης τι απ’ όλα αυτά που συμβαίνουν είναι αλήθεια και τι ψέμα. Επίσης, η “Δεσποινίς Δυστυχία” αποδείχτηκε προφητική και σε ατομικό επίπεδο, γιατί στην πορεία ήρθα κι εγώ ο ίδιος αντιμέτωπος με ένα προσωπικό θέμα υγείας, το οποίο ευτυχώς ξεπέρασα, αλλά έκτοτε έχει αλλάξει ριζικά ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζω ανθρώπους και γεγονότα. Όταν συναντιέσαι με οριακές καταστάσεις φωτίζονται αλλιώς τα πράγματα και σαφέστατα επαναπροσδιορίζεις τη σχέση σου με τη ζωή, που πάντα συμπορεύεται με το θάνατο.

…κι ενα αναπάντεχο δώρο…(έχει και αφιέρωση!!)…
Υπάρχουν έργα κρυμμένα στα συρτάρια σου, που από αιδώ ή φόβο, ακόμα διστάζεις να τα παρουσιάσεις στο κοινό;
Σε μία περίπτωση, περιέργως, έχω ένα δισταγμό και ένα μικρό φόβο και γι΄ αυτό το κρατάω εδώ και δύο χρόνια, αν και είναι σχεδόν έτοιμο. Είναι ένα έργο που λέγεται “Πόσα ζώα χωράει ένας άνθρωπος;” (…μια Κιβωτό ολόκληρη είπαμε σχεδόν ταυτόχρονα και αναλυθήκαμε σε ηχηρά γέλια…), το οποίο είναι και το μόνο θεατρικό που ακόμα δεν του έχω κάνει ούτε μία πρώτη παρουσίαση και πρέπει να το αποφασίσω κάποια στιγμή, για να ξεπεράσω το φόβο μου. Πρόκειται για μία σουρεάλ, ανατρεπτική κωμωδία, που παίζει με τρόπο τελείως Αριστοφανικό με τη φόρμα και εμπεριέχει τρομερό χιούμορ, ενώ ταυτόχρονα αποπνέει μία έντονη μελαγχολία, εκ διαμέτρου αντίθετη – φαινομενικά μόνο – με αυτή που ενυπάρχει στην Εκκρεμότητα και την πιο πρόσφατη Δυστυχία. Ενώ σε πρώτη ανάγνωση μοιάζει αντίθετο με προηγούμενα έργα μου, στην ουσία φέρει ακριβώς τα ίδια στοιχεία, ειπωμένα με διαφορετικό τρόπο. Γενικότερα πάντως ντροπή και φόβο να φανερώσω πράγματα ή για να εκφραστώ έτσι όπως θέλω μέσα από τη δουλειά μου, δεν είχα ποτέ. Θα έλεγα μάλιστα, ότι αυτό που με χαρακτηρίζει ως δημιουργό, αλλά και ως άνθρωπο, είναι μία έμφυτη τολμηρότητα, που εγώ δεν την καταλαβαίνω, γιατί απ’ τη φύση μου είμαι ένας άνθρωπος “εκτεθειμένος”. Στην Εκκρεμότητα αυτό που φοβόμουν περισσότερο απ’ όλα, ήταν μήπως λόγω διαφόρων “μικροαστικών” αντιλήψεων παρεξηγηθούν οι προθέσεις μου, κάτι που ευτυχώς δεν έγινε, αν και ο σκηνοθέτης της παράστασης Βασίλης Νούλας, αντιμετώπισε το έργο με την ανάλογη τολμηρότητα και δεν δίστασε να πει τα πράγματα με το όνομα τους, όπως ακριβώς κάνει και το έργο θέλοντας βέβαια να πει κάτι άλλο, βαθύτερο και πιο ουσιαστικό. Ήμουν πολύ τυχερός σε όλα τα επίπεδα και η συγκεκριμένη δουλειά έτυχε απίστευτης και αναπάντεχα ένθερμης υποδοχής και εντέλει αποδοχής, από ένα πολυσυλλεκτικό και ετερόκλιτο κοινό κι αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να προσφερθεί σ’ έναν δημιουργό.
Η παράσταση «Άγριες Νότες» που παίζεται για 2η χρονιά στο «Αγγέλων Βήμα» γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Για ποιο λόγο συνεχίζει το κοινό, να χορεύει στο ρυθμό τους και πόσο «άγριες» είναι οι δικές σου «νότες» μέσα στο έργο;
Έχω την αίσθηση, ότι το κείμενο της Νίνας Ράπη, σε συνδυασμό με τη σκηνοθεσία της Χρύσας Καψούλη, λαμβάνοντας υπόψη και την πρώτη διανομή με την Αθηνά Μαξίμου και τον Μάνο Καρατζογιάννη, αλλά και με τους τωρινούς συνεργάτες: τη Βάλια Παπαχρήστου, το Λευτέρη Παπακώστα και πάντα τη Χριστίνα Χειλά- Φαμέλη και εμένα – που δεν έχουμε αλλάξει – είναι ίσως μερικοί από τους λόγους, που η συγκεκριμένη παράσταση είχε και έχει απήχηση. Η παράσταση επικοινωνεί με ιδιαίτερη αισθητική ένα σύγχρονο κείμενο, που έχει άμεση σχέση με το τρέχον κοινωνικοπολιτικό αίσθημα, για το πως δηλαδή οι άνθρωποι είμαστε εγκλωβισμένοι σε διάφορους μηχανισμούς και καμιά φορά γινόμαστε και οι ίδιοι μηχανισμοί ενός συστήματος. Στην ουσία το έργο αναφέρεται στον σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος συνειδητοποιεί ότι πολλά κομμάτια του εαυτού του πνίγονται στα γρανάζια του κοινωνικού μηχανισμού και σ’ έναν ρόλο, που συνήθως του επιβάλλεται απ’ τους άλλους. Εγώ ας πούμε υποδύομαι ένα “φασιστοειδές”, όπου μέσα του κρύβει το στοιχείο μίας εξέγερσης, ενώ παράλληλα είναι και βαθιά διχασμένος. Ο ρόλος μου πατάει σε εικόνες ανθρώπων της επταετίας και της χούντας, αλλά και τους μεταγενέστερους, ένθερμους συνεχιστές της “πολιτικής” τους. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, ότι ακόμα και σε έναν τέτοιο άνθρωπο αποκαλύπτεται κάποια στιγμή, το πόσο είναι εγκλωβισμένος στον κοινωνικοπολιτικό ρόλο που του έχει δοθεί και ο ίδιος κινδυνεύει να χαθεί ή πιθανότατα και να έχει ήδη χαθεί. Αυτή θεωρώ πως είναι η δύναμη που διαθέτουν οι “Άγριες Νότες”. Μιλάει για την εποχή μας, με τα λόγια της εποχής μας.
Όταν η παράσταση στο Αγγέλων Βήμα «κλείσει» τον κύκλο της – για φέτος τουλάχιστον – ποιος θα είναι ο νέος θεατρικός προορισμός σου;
Θεατρικά σαν ηθοποιός γενικά είμαι διστακτικός, εξ’ ου και απείχα πολλά χρόνια και επέστρεψα υποκριτικά την τελευταία διετία, κατ’ εξαίρεση. Αυτό που ετοιμάζουμε αυτές τις μέρες είναι ένα αναλόγιο, στο πλαίσιο των αναλογίων που παρουσιάζει η Σίσσυ Παπαθανασίου στο Θέατρο Τέχνης. Την 1η Νοεμβρίου 2015 θα παρουσιαστεί σε σκηνοθεσία της Σοφίας Φιλιππίδου, η οποία θα το υποστηρίξει και υποκριτικά, ένα θεατρικό αναλόγιο το οποίο μου πρότεινε η ίδια και λόγω της ιδιαίτερης εκτίμησης που τρέφω στο πρόσωπο της, είπα “ωραία ας το κάνουμε”, για να στηρίξω και το θεσμό των αναλογίων, αφού εκεί πρωτοπαρουσιάστηκαν και τα δύο μου θεατρικά έργα, η “Εκκρεμότητα” στο Εθνικό Θέατρο και η “ΔΕΣΠΟΙΝΙΣ ΔΥΣΤΥΧΙΑ” που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε θεατρική μορφή στο Θέατρο Τέχνης. Επειδή εκτιμώ πολύ τη Σοφία Φιλιππίδου και παράλληλα ήθελα να στηρίξω αυτό το εγχείρημα που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Βαγγέλη Ραπτόπουλου, το “ΜΑΥΡΟ ΓΑΜΟ”, όπου μία ψυχαναλύτρια-ψυχίατρος η Χλόη Κολύρη κάνει μία θεατρική μεταφορά με έναν ιδιαίτερα «λοξό» τρόπο, και εμένα προσωπικά το «λοξό» με έλκει. Γενικά, οτιδήποτε «λοξοδρομεί» από την πεπατημένη, αποτελεί για μένα μεγάλη πρόκληση και μου αρέσει πολύ να το υπηρετώ καλλιτεχνικά και να το στηρίζω. Αυτός είναι και ο λόγος, που μόλις προχθές είπα ναι στην πρόταση του Αιμίλιου Χειλάκη να συμμετέχω σαν ηθοποιός στη παράσταση «Ταρτούφος» του Μολιέρου, η οποία θα ανέβει στο θέατρο «Κιβωτός», ανεξαρτήτως ρόλου. Εκτιμώ ανθρώπους σαν τον Αιμίλιο αλλά και την Αθηνά Μαξίμου, που έχουν «λοξή» ματιά και- πίστη. Πίστη σημαίνει να αναλαμβάνεις την ευθύνη σου. Απόλυτα. Και να υπερασπίζεσαι την επιλογή σου κάθε φορά. Άλλη πίστη για μένα δεν υπάρχει. Και για να επιστρέψω στο προηγούμενο: το λοξό είναι και το κανονικό. Αυτό που θεωρούμε ως κανονικό και ευθεία γραμμή – το ίδιο πραγματεύονταν και η Εκκρεμότητα – ουσιαστικά δεν υπάρχει. Το κανονικό είναι μία σειρά από διαφορετικότητες, που έχουν συμπιεστεί και στη συνέχεια τετραγωνιστεί, για να χωρέσουν στον ασφυκτικό κλοιό του ανθρώπινου πολιτισμού. Με αυτή μου τη συμμετοχή λοιπόν είναι σαν να στηρίζω αυτή τη “λοξότητα”, που είναι εννοείται και προσωπική μου. Στην πορεία ανακαλύψαμε με τη Σοφία λόγου χάρη, αλλά και τον Αιμίλιο και την Αθηνά, ότι έχουμε μία “εκλεκτική συγγένεια”, γιατί βλέπουμε τα πράγματα μέσα από το ίδιο “λοξό” πρίσμα, που κάνει τα πράγματα και κατ’ επέκταση την Τέχνη, απείρως πιο ενδιαφέρουσα και ουσιαστική. Επίσης, καλώς εχόντων των πραγμάτων, φέτος, ελπίζω να καταφέρει να βρει σκηνικά τον δρόμο της η θεατρική εκδοχή του «Δεσποινίς Δυστυχία» που η πλήρης παραστασιακή της παρουσίαση εκκρεμεί από πέρυσι…

“ΜΑΥΡΟΣ ΓΑΜΟΣ” του Βαγγέλη Ραπτόπουλου, σε σκηνοθεσία Σίσσυς Παπαθανασίου / ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΕΧΝΗΣ 2015
Ο ηθοποιός, συγγραφέας και “ακτιβιστής” Τσιμάρας Τζανάτος, δεν χωρά εύκολα σε χαρακτηρισμούς, επιθετικούς προσδιορισμούς και παντός τύπου “πλαίσια”. Τον συμπαθούσα και τον εκτιμούσα πριν καν τον γνωρίσω, αλλά δεν περίμενα ποτέ, ότι θα νιώσω απ’ την πρώτη στιγμή τόσο οικεία, άνετα και ζεστά με έναν άνθρωπο που συναντούσα για πρώτη φορά, σε προσωπικό τουλάχιστον επίπεδο.
Ο πάγος έσπασε αμέσως με μία “σφιχτή” χειραψία κι ενώ έφτασα ελαφρώς αργοπορημένη στο ραντεβού μας στο γνωστό κι αγαπημένο καλλιτεχνικό στέκι
“SALERO” (Βαλτετσίου 51, Αθήνα), εκείνος με περίμενε με ένα εγκάρδιο χαμόγελο γεμάτο κατανόηση, έτοιμος να απαντήσει στις ερωτήσεις μου με μία αμεσότητα, που με έκανε να τον βάλω για πάντα στην καρδιά μου (…δεν βγαίνει με τίποτα τώρα!…) . Μετα απο την πολυωρη συζήτηση μας, μου έδωσε με τη γενικότερη στάση ζωησ του και τις εύστοχες απαντήσεις του, το έναυσμα να διερευνήσω περαιτέρω την καλλιτεχνική του πορεία και να ανακαλύψω, ότι είναι τόσο πολυδιάστατη, ανατρεπτική και ταυτόχρονα γοητευτικά “αντιφατική”, όπως ακριβώς είναι κι ο ίδιος.
Η κουβέντα μας συνεχίστηκε και αφότου είχαν ολοκληρωθεί οι ερωταπαντήσεις τησ συνεντευξησ και ενδεχομένως να τελείωνε το επόμενο πρωί (μεσημέρι…βράδυ…) αν δεν ειμασταν και οι δύο τόσο πιεσμένοι από αμείλικτα χρονικά περιθώρια. Τον ευχαριστώ για την “ένεση” αισιοδοξίας, θετικής ενέργειας και ουσιαστικησ επικοινωνίας.
Εύχομαι να ξανασυναντηθούν σύντομα οι “καλλιτεχνικοί” μας δρόμοι, αναμένοντας με μεγάλο ενθουσιασμό τις νέες του συγγραφικές και θεατρικές προκλήσεις…
για να τιμήσω κι εγώ με τη σειρά μου το “λοξό” που τόσο αγαπα και στηριζει, αντί για μία φωτογραφία αρχείου σας παραθέτω δύο…έτσι προς χάριν μίας λοξοδρόμησης αλά ARS & VITA…

Ο ηθοποιός και συγγραφέας Τσιμάρας Τζανάτος και η υπογράφουσα τη στήλη πίσω από ένα κλασικό παραβάν….