Tags
ΠΡΟΣΩΠΟ – ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ…
ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΕΡΓΟΥΠΗ – ΚΑΛΑΝΤΙΔΗ
“Η ζωή ειναι πολύ μικρή για να μην είναι μαγική”
γράφει και επιμελείται
η Λίλα Παπαπάσχου
Πως είναι να είσαι «Υπουργός Μαγείας» σε μία χώρα, που το συγκεκριμένο αξίωμα δεν μοιάζει να έχει πια τίποτα “μαγικό”…
Είναι ωραίο πράγμα το μονοπώλιο…(γέλια). Γενικότερα νομίζω, ότι όσο δύσκολο κι αν φαίνεται, είναι πολύ όμορφο να ανακαλύπτεις πρώτος έναν κόσμο. Δηλαδή αυτή τη σύνδεση που μπορεί να έχει το φαγητό ή το ρόφημα με μία συγκεκριμένη εμπειρία, που μπορεί να προέρχεται από το έργο ενός συγγραφέα ή ακόμα και από τις λαϊκές μας παραδόσεις, γιατί αυτό είναι στην ουσία τα παραμύθια, προφορικές ιστορίες που μεταδίδονται από στόμα σε στόμα, από γενιά σε γενιά. Έχει ενδιαφέρον γιατί εξερευνάς νερά εντελώς άγνωστα και μεγαλώνεις παρέα μ’ αυτό. Τώρα σε σχέση με το αξίωμα μου δεν νομίζω, ότι η χώρα μας είναι μία χώρα που στερείτε μαγείας. Γενικά με το φανταστικό τα πάμε καλά. Με τον υπαρκτό κόσμο έχουμε ένα θέμα. Οπότε νομίζω, ότι σε γενικές γραμμές δεν είναι εύκολο να συνδυάσεις αυτούς τους δύο κόσμους, αλλά τι είναι εύκολο; Σίγουρα πάντως αξίζει να το προσπαθήσεις…
Δημιούργησες το Cap – Cap για να μην «σκοτώσεις» το παιδί μέσα σου ή το παιδί μέσα σου επέβαλλε τη δημιουργία του, για να μην «σκοτώσεις» τον εαυτό σου;
Δημιούργησα το Cap – Cap γιατί έφτασε μία μέρα που πήρα τη μεγάλη απόφαση, να είμαι εγώ. Άρα είναι και το παιδί μέσα μου που έπαιξε το ρόλο του, αλλά σίγουρα ένα παιδί δεν θα μπορούσε να φέρει εις πέρας ένα τέτοιο εγχείρημα, οπότε δεν μπορώ να σου πω ότι ήθελα να κάνω μία βουτιά προς τα πίσω ή ένα άλμα προς τα εμπρός. Το μόνο που ήθελα, ήταν να αλλάξω το χρόνο στη ζωή μου. Να μη λειτουργήσω με τη συμβατική ροή των δεικτών του ρολογιού. Αυτό ουσιαστικά έκανα. Ο συγκεκριμένος χώρος έχει φτιαχτεί με τις πρώτες ύλες των παιδικών μου χρόνων και των βιωμάτων μου, αλλά συναντώ πολλές φορές μέσα στις κινήσεις που κάνω ή στα πράγματα που σχεδιάζω τον εαυτό μου. Βλέπω δηλαδή πράγματα, που έχω γράψει πριν 4 χρόνια και με συναντούν τώρα. Το Cap – Cap είναι για μένα μία διαδικασία ζωής, δεν είναι απλά μία επιχείρηση.
Θα μπορούσες να έχεις – είχες ποτέ – μία πιο συμβατική δουλειά, που θα σε ανάγκαζε να ντύνεσαι πιο συντηρητικά και να ακολουθείς ένα αυστηρό ωράριο;
Ναι βέβαια, εννοείται. Έχω δουλέψει και ως δημοσιογράφος, γιατί οι σπουδές μου είναι στην επικοινωνία, αλλά έχω ασχοληθεί και επί σειρά ετών με τη διακόσμηση και τo χώρο των ανακαινίσεων, εφόσον η οικογενειακή επιχείρηση – η οικογένεια μου εν γένει – ασχολείται με το Interior Design. Πολύ διαφορετικές μεταξύ τους ασχολίες, αλλά δεν παύουν να απαιτούν και οι δύο πολύ χρόνο και φυσικά να περιλαμβάνουν προθεσμίες και αυστηρά χρονοδιαγράμματα. Ειδικά όσον αφορά το δημοσιογραφικό κομμάτι (…αχ εμένα το λες!!!…εδώ η γράφουσα εκφράζει τον καημό της…). Στην άλλη μου δουλειά – ως interior designer – υπήρχε και η «στολή εργασίας», δηλαδή μιλάμε για ένα άλφα πρωτόκολλο. Νομίζω όμως, ότι κανείς δεν επαναστατεί απέναντι σε κάτι, αν δεν έχει δει πρώτα, πως είναι το συμβατικό. Μόνο έτσι μπορείς να εκτιμήσεις το διαφορετικό. Κάποιοι ξεκινούν τη ζωή τους διαφορετικά, μετά έχουν την ανάγκη να γυρίσουν προς τα πίσω σε έναν πιο συντηρητικό τρόπο ζωής και μετά να ξαναεπιστρέψουν στην προηγούμενη κατάσταση. Στη ζωή προχωράμε μέσα από συγκρίσεις. Δεν μας δίνεται κάτι ατόφιο και δεν μπορούμε να έχουμε πάντα πλήρη επίγνωση, του τι ακριβώς μας συμβαίνει. Αν δεν μπορούσα να μπω σε ένα συμβατικό τρόπο ζωής, ίσως να μην είχα και την ανάγκη να κάνω το αντίθετο.
To Cap – Cap κατάφερε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να αποκτήσει φανατικούς θαυμαστές και αφοσιωμένους διαδικτυακούς ακόλουθους, ενώ δεν βρίσκεται σε ιδιαίτερα κεντρικό σημείο της Αθήνας. Το μυστικό της επιτυχίας του να υποθέσω ότι δεν έγκειται αποκλειστικά στη μαγεία, έτσι;
Επειδή ακριβώς ξεκίνησε ως μία βιωματική κατάσταση και όχι ως ένα εμπορικό project έγιναν και κάποια πράγματα αντίστοιχα – δεν θα τα πω αντισυμβατικά – ας πούμε «μη καθιερωμένα». ή «μη παραδοσιακά», αν προτιμάς. Απλά ο μη παραδοσιακός τρόπος σκέψης θεωρώ, ότι φέρνει μη παραδοσιακά αποτελέσματα. Ήταν μεγάλο ρίσκο, αλλά εγώ ήθελα να φτιάξω μία ιστορία που να τρώγεται και ως εκ τούτου να δημιουργήσω το δικό μου μαγικό κόσμο. Σίγουρα έπρεπε να χτίσω αυτόν τον κόσμο σε ένα σημείο, που κανείς δεν θα το περίμενε. Η Αλίκη έπεσε στη λαγουδότρυπα για να βρει τη χώρα των θαυμάτων, τα αδέρφια Πέβενσυ μπήκαν μέσα σε μία ντουλάπα και έφτασαν ως τη Νάρνια…Όπως η σύνδεση όλων αυτών των μαγικών κόσμων γίνεται μέσα από έναν αντισυμβατικό «συμβολικό τρόπο», έτσι και το Cap – Cap είναι χωμένο σε ένα στενό – όπως η Έμιλυ της Νάρνια σε μία ντουλάπα – το οποίο οδηγεί σε ένα μέρος εντελώς αναπάντεχο. Σαν να ανοίγει μία πύλη σε μία άλλη διάσταση. Η εξάπλωση της φήμης του από στόμα σε στόμα έχει να κάνει κατά πολύ και με την τοποθεσία του. Ακόμα και σήμερα που έχει γίνει πλέον ευρύτερα γνωστό, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που λένε «θα σε πάω κάπου, αλλά δεν θα σου πω που» και τις περισσότερες φορές θεωρούν ότι έχουν χαθεί, ότι έχουν κάνει λάθος το δρόμο και ενώ βρίσκονται δύο μέτρα πιο κάτω, εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά τους ένα μαγαζί σαν κι αυτό, στη μέση του πουθενά και βλέπουν όλον αυτόν τον κόσμο, μέσα στο συγκεκριμένο σκηνικό. Οπότε ούτε η επιλογή της περιοχής ήταν τυχαία. Τίποτα δεν ήταν τυχαίο…
Ποιος είναι ο δικός σου ορισμός της λέξης «μαγεία»;
Τι είναι η μαγεία; Θα σου πω κάτι που μου συμβαίνει από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, μέχρι σήμερα στα 31 μου και το οποίο κατάφερα να απομονώσω και να κατανοήσω πλήρως πριν από 5-6 χρόνια. Κάθε φορά που θα στολίσω το Χριστουγεννιάτικο δέντρο μου και μετά θα καθίσω απέναντι να πιω την κούπα με το τσάι μου, συμβαίνει το εξής μαγικό…κάθε μα κάθε φορά βουρκώνω. Αυτό το πρώτο δάκρυ, λοιπόν, που πέφτει εκείνη τη στιγμή είναι για μένα όλο αυτό που θεωρώ εγώ μαγεία. Η μαγεία σε ωθεί να ζήσεις, ή μάλλον είναι η ίδια η ζώη. Είναι το άγνωστο. Είναι οι ανεξήγητες αντιδράσεις μου. Είναι κάθετι κόντρα στη λογική. Ο Θεός είναι μαγεία. Η φύση είναι μαγεία. Οτιδήποτε υπάρχει που δεν χρειάζεται να το δεις για να το πιστέψεις, είναι μαγεία. Δεν υπάρχει χειρότερος εχθρός της εξέλιξης, από την κοινή λογική. Μαγεία είναι η εξέλιξη.
Ως παιδί τι βιβλία διάβαζες; Τι είδους ταινίες έβλεπες στον κινηματογράφο; H δημιουργία του συγκεκριμένου χώρου έχει τις ρίζες της στην παιδική σου ηλικία;
Η παιδική μας ηλικία κρατάει λίγο, 12 – 14 χρόνια. Είναι για μένα μάταιο να γυρίζεις πίσω και να σκέφτεσαι «πω πω τι όμορφα χρόνια που δεν γυρίζουν πίσω». Το σημαντικό είναι να πάρει τη «μαγιά» που υπάρχει σε εκείνες τις εποχές και όλη την υπόλοιπη ζωή σου, να τη ζήσεις με βάση εκείνες τις μνήμες πολύ πιο δημιουργικά και πολύ πιο ουσιαστικά. Έχω φτιάξει ένα χώρο, που απευθύνεται σε ανθρώπους, οι οποίοι δεν έχουν βαρεθεί ακόμα τις ιστορίες και τα παραμύθια είτε ως πομποί, είτε ως αποδέκτες. Οπότε το Cap – Cap δεν είναι το μαγαζί που θα ήθελα να είχα τότε, είναι ο χώρος που θέλω να έχω τώρα. Γιατί από ένα σημείο και έπειτα οι άνθρωποι επιλέγουμε, αν θα είμαστε άχρονοι. Θεωρώ, ότι μετά τα 25-27 και μέχρι το τέλος της ζωής μας δεν αλλάζουν πάρα πολλά πράγματα μέσα μας. Αλλάζουν πεποιθήσεις, γούστα, απόψεις κλπ, αλλά η δομή του χαρακτήρα μας παραμένει ίδια. Τώρα, εγώ σαν παιδί τι διάβαζα; Τα πάντα! Έχει υπάρξει περίοδος της ζωής μου που διάβαζα τρία βιβλία την εβδομάδα, γιατί διάβαζα και πάρα πολύ γρήγορα. Έχω διαβάσει πολλή λογοτεχνία – και ελληνική και παγκόσμια – ενώ δεν αγαπούσα ποτέ την επιστημονική φαντασία για να είμαι απόλυτα ειλικρινής. Αγαπώ τα μυθιστορήματα, αγαπώ τις νουβέλες…Βέβαια από την άλλη αγαπώ γενικά τις ταινίες φαντασίας και εδώ θέλω να κάνω ένα διαχωρισμό ανάμεσα στις ταινίες φαντασίας και τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Έχει διαφορά το ένα με το άλλο. Δεν είναι απαραίτητο επειδή σου αρέσει το ένα είδος, να σου αρέσει και το άλλο. Επίσης, άρχισα πολύ μεγάλος να αγαπώ τις ταινίες και τον κινηματογράφο. Ειδικά για τις μεταφορές βιβλίων στον κινηματογράφο θα σου πω αυτό, που θα σου έλεγαν οι περισσότεροι αναγνώστες, ότι συνήθως η ταινία χωλαίνει σε σχέση με το βιβλίο. Αν εξαιρέσεις τη Νάρνια που η πρώτη ταινία ειδκά σε έβαζε μέσα στον κόσμο του βιβλίου με τρόπο πραγματικά ολοκληρωμένο, γενικά προτιμώ τα βιβλία γιατί φτιάχνεις εσύ τον εκάστοτε λογοτεχνικό κόσμο όπως εσύ τον θες, κάνεις focus στο ίδιο σημείο και βλέπεις κάθε φορά καινούργια πράγματα να προστίθενται στο φαντασιακό σου χώρο. Οι ταινίες που θα με κρατήσουν είναι πολύ συγκεκριμένες. Πολυ σπάνια θα δω ένα κοινωνικό δράμα. Πολύ σπάνια θα δω μία πολεμική ταινία. Πολύ σπάνια θα ταυτιστώ με ένα θρίλερ.
*Σε αυτό το κομβικό σημείο ο συγγραφέας Γιώργος Αγγελίδης, που μαζί με το δημοσιογράφο Χρήστο Σούτο συμμετείχαν ενεργά στη δημιουργική συντροφιά μας, απολαμβάνοντας στο έπακρο τις λιχουδιές και τη μαγική ατμόσφαιρα του Cap – Cap, έθεσε στον Δημήτρη τη δική του ερώτηση δίνοντας στην κουβέντα μας έναν ακόμη πιο παρείστικο τόνο:
Γιώργος Αγγελίδης: Ποιο είναι το αγαπημένο σου βιβλίο και ταινία Harry Potter;
Λοιπόν, γενικά ο Harry Potter είναι η πιο αγαπημένη μου ιστορία και είναι η αφορμή που έχω ασχοληθεί με το χώρο γενικότερα και παράλληλα είμαι – ακόμη – διαχειριστής στο μεγαλύτερο διαδικτυακό club Ελλήνων φίλων Harry Potter. Το forum αυτό ονομάζεται Harry World και αποτελεί στην ουσία ένα πρωτόλειο του Cap – Cap. Πριν αποφασίσω να δημιουργήσω το συγκεκριμένο χώρο, η ασχολία μου ήταν αυτό το forum, το οποίο έχει σχεδόν έξι χιλιάδες μέλη. Το αγαπημένο μου βιβλίο είναι το πρώτο, γιατί όποια ροή κι αν έχει μία ιστορία, το πρώτο σκαλοπάτι είναι κι η αφορμή για να την αγαπήσεις. Το πρώτο βιβλίο και η πρώτη ταινία, θεωρώ ότι είναι αυτή που από όλες τις υπόλοιπες, μιλάει πιο πολύ στην καρδιά μου. Γιατί από εκεί ξεκίνησαν όλα.
Η τηλεόραση πως σου προέκυψε; Μπορεί κάποιος να παραμείνει δημιουργικός στο συγκεκριμένο μέσο;
Καταρχήν δεν φταίνε ποτέ τα μέσα. Με το μαχαίρι σκοτώνεις άνθρωπο, με το μαχαίρι κόβεις και το ψωμί. Η τηλεόραση αυτήν την στιγμή είναι για μένα το χόμπυ μου. Αντί να μαζεύω γραμματόσημα, έτυχε να μπορώ κάθε Τρίτη να πηγαίνω και να κάνω τις συνταγές που θέλω στην εκπομπή της Ναταλίας Γερμανού. Όλα ξεκίνησαν από την προσωπική σχέση που έχω μαζί της. Παντού υπάρχει χώρος για δημιουργικούς ανθρώπους. Εκεί, δεν θεωρώ ότι κάνω κάτι τρελά δημιουργικό, πέρα από το να περνάω καλά. Βέβαια καμιά φορά συμβαίνει και το άλλο. Υπάρχει ένας εγωισμός στη δημιουργία. Δεν είναι πάντα καλό πράγμα. Είναι καλό να υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού μας, ότι επειδή κάτι το έχεις φτιάξει εσύ δεν πάει να πει ότι είναι και άρτιο ή ότι πρέπει σώνει και ντε να αρέσει. Είναι λίγο σαν το «μα δοκιμάστε το, είναι χειροποίητο…». Ναι οκ…το ότι είναι χειροποίητο δεν πάει να πει ότι είναι και καλό. Δεν μου λέει κάτι αυτό από μόνο του. Η τηλεόραση είναι ένα καταπληκτικό μέσο, θα μπορούσε σαφέστατα η χρήση της να είναι διαφορετική. Το 99% της τηλεόρασης δεν μου λέει τίποτα και επίσης, αγαπώ περισσότερο τα εντελώς κακοφτιαγμένα πράγματα από τα μέτρια, ως εκ τούτου αγαπώ την trash πλευρά της τηλεόρασης. Πολλοί άνθρωποι που με γνωρίζουν εκπλήσσονται από το πως ο Harry Potter συναντά το Ερωτοδικείο μέσα μου και πως ο Άμπους την Κατερίνα Σνάιντερ…(…καθοριστική η συμβολή του κ. Σούτου στην ακριβή περιγραφή της περφόρμερ κας. Σνάιντερ που μας θύμισε πολλά….). Δεν πιστεύω (σ)τους ανθρώπους που είναι μονομερείς. Δεν πιστεύω στους ποιοτικούς. Όλοι έχουμε «στιγμές». Αν κάποιος αγαπάει το παραμύθι δεν μπορεί να είναι μόνο εκεί, όποιος αγαπάει την καλή μουσική δεν μπορεί να ακούει μόνο Πυξ Λαξ. Γενικώς, πρέπει να δοκιμάζουμε από όλα, γιατί αν σε καθορίζουν οι επιλογές σου, δεν είναι επιλογές σου. Είναι δανεικά ρούχα. Σκοπός είναι να μη φοβόμαστε να δούμε, ότι στην τελική από τη λυρική μέχρι τα μπουζούκια δεν είναι και τόσο μεγάλη η απόσταση και στο λέει αυτό ένας άνθρωπος που έχει περάσει πάρα πολύ όμορφα και στο ένα και στο άλλο. Όλα είναι στιγμές. Όλα είναι Τέχνη. Και το trash τέχνη είναι.
Με ποιον φανταστικό ήρωα θα ταύτιζες την Ελλάδα;
Εξαρτάται τι εννοούμε Ελλάδα. Να σου πω για το κράτος της; Να σου πω για το Έθνος; Να σου πω εγώ τι βλέπω; Γιατί υπάρχουν πολλές εκφάνσεις αυτού που ονομάζουμε Ελλάδα. Νομίζω, ότι από πλευράς κράτους είναι ο τύπος στον Όλιβερ Τουίστ, ο φιλάργυρος, που είχε φυλακισμένα τα παιδιά. Ο Φέιγκιν! (…και Φάγκιν σε κάποιες ελληνικές μεταφράσεις σύμφωνα με τον πολυπράγμων και «διαβασμένο» Γιώργο Αγγελίδη…). Νομίζω, ότι αυτός ο ήρωας που εκμεταλλεύεται τόσα ανήλικα και τα μαθαίνει στη διαφθορά, θα μπορούσε να είναι το ελληνικό κράτος. Είμαστε παρόλα αυτά πολύ τυχεροί που γεννηθήκαμε Έλληνες. Η Ελλάδα σαν Ελλάδα του φωτός και του πολιτισμού και της αρχαίας κληρονομιάς της θα μπορούσε να είναι η Mary Poppins. Practically perfect in every way!
Υπάρχει κατά τη γνώμη σου τρόπος – μαγικός ή πρακτικός – να εξέλθει η χώρα μας από το οικονομικό τέλμα στο οποίο βρίσκεται;
Ένας μαγικός τρόπος υπάρχει…Να σοβαρευτούμε! Και μόνο με ένα μαγικό τρόπο θα μπορύσε να σοβαρευτεί αυτός ο λαός, ο οποίος είναι εξαιρετικά καλός στην ανάλυση και πάσχει κάπου στην πράξη. Υπάρχει μία μάχη της παλαιάς φρουράς με την καινούργια. Εγώ βλέπω ότι οι νέοι επιχειρηματίες, οι άνθρωποι που τώρα ξεκινούν να κάνουν πράγματα δεν τα κάνουν με τον τρόπο που γίνονταν παλιά. Το κάνουν με άλλες αρχές, συγκριτικά με επίπεδο το οικονομικό υπάρχουν κλάδοι όπως η εστίαση για παράδειγμα, που είμαστε πολύ πιο μπροστά από χώρες όπως η Αγγλία και μιλάω ειδικά για το κομμάτι που αφορά την αστική τάξη, δεν θα σου πω για το πόσα ακριβά και περίεργα εστιατόρια θα βρεις στην Αγγλία. Ας πούμε υον καφέ δεν τον έχω ευχαριστηθεί σε καμία άλλη χώρα, ούτε καν στην Ιταλία, που έχει μία άλλη παράδοση. Θεωρώ, λοιπόν, ότι είμαστε σε μία περίοδο που για να ξεπεραστεί η κρίση πρέπει να ασχολήθούμε περισσότερο με αυτά που θέλουμε να κάνουμε, παρά με αυτά που πιστεύουμε ότι θα πάνε καλά, για να μπορούμε να τα κάνουμε πραγματικά καλά. Για να πάει καλά μία δουλειά χρειάζεται υπομονή και επιμονή. Την επιτυχία δεν στην χαρίζει το ίδιο το αποτέλεσμα, αλλά η διαδικασία του. Για να αντέχεις αυτήν την διαδικασία πρέπει να αγαπάς κάτι πάρα πολύ. Κάνε αυτά που αγαπάς, γιατί αν κάνεις αυτά που αγαπάς και τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν. Πρέπει να σου πω ότι κανείς δεν περίμενε όταν πρωτοξεκινούσα, ότι στη μέση του πουθενά, σε μία περιοχή που δεν έχει ιδιαίτερη παράδοση στο χώρο της αναψυχής – το Αιγάλεω δεν είναι μία περιοχή όπως η Γλυφάδα, το Κέντρο, η Κηφισιά – θα γνώριζε το Cap-Cap τόσο μεγάλη επιτυχία και θα τύγχανε τόσο ευρείας αποδοχής.
Χαίρομαι που βρεθήκαμε, πρώτη φορά για το 2016, ΠΡΟΣΩΠΟ-ΚΕΝΤΡΙΚΑ με σένα Δημήτρη και θα ήθελα να μοιραστείς μαζί μας μία συνταγή που κατά τη γνώμη σου έχει γεύση «μαγείας»…
Με την κατάλληλη σκέψη, με την κατάλληλη παρέα, με την κατάλληλη συνθήκη ακόμα και μία κουταλιά ζάχαρη είναι ικανή να σε κάνει να ταξιδέψεις…(…ο Χρήστος πάντως προτίμησε να δοκιμάσει ένα λαχταριστό γλυκό που είμαι σίγουρη, ότι θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για τον ορισμό της μαγείας…)
Ο Δημήτρης (Μεργούπης – Καλαντίδης) ήταν συνειδητή επιλογή της στήλης για την πρώτη ΠΡΟΣΩΠΟ-ΚΕΝΤΡΙΚΗ συνάντηση του 2016…
Με την υπομονή και την επιμονή του αποτελεί πηγή έμπνευσης για κάθε νέο άνθρωπο που δεν συμβιβάζεται με κάτι λιγότερο από αυτό που έχει ονειρευτεί και έρχεται σε μία περίεργη χρονική συγκυρία (για όλους μας!!) να δώσει μία νότα αισιοδόξιας…απολύτως απαραίτητη και ως εκ τούτου καλοδεχούμενη.
Το Cap – Cap
(Πανόρμου 26 – Αιγάλεω)…το δικό του “φανταστικό” υπουργείο, είναι μακράν το πιο δελεαστικό πόστο που όλοι ενδόμυχα θα θέλαμε να κατέχουμε.
Τον ευχαριστούμε θερμά για τη φιλοξενία…μας έκανε να αισθανθούμε “σαν το βασίλειο μας”, μας “φίλεψε”τις σπεσιαλιτέ του, που σίγουρα θέλουμε να ξαναδοκιμάσουμε και μάλιστα σύντομα…και το κυριότερο όλων μας άνοιξε την καρδιά του όπως μόνο ένα παιδί θα τολμούσε…
Ευχαριστώ επίσης, το δημοσιογράφο Χρήστο Σούτο και τον συγγραφέα Γιώργο Αγγελίδη για την καθοριστική συνδρομή τους στην κουβέντα μας, που σίγουρα λειτούργησε εμψυχωτικά και εκ του αποτελέσματος δημιουργικά…
BACKSTAGE PHOTOS