Tags
Η Λένι Ρίφενσταλ γεννημένη στις 22 Αυγούστου του 1902 σε εργατικό προάστιο του Βερολίνου , έμεινε στην ιστορία ως η σκηνοθέτης που δημιούργησε τις πιο σημαντικές ταινίας προπαγάνδας πίσω από το ναζιστικό καθεστώς του Χίτλερ, και που ο δημοσιογράφος της εποχής Γουόλτερ Γουίντσελ την είχε αποκαλέσει «νόστιμη σαν σβάντικα». Από μικρή ηλικία η μητέρα της την ώθηση να ασχοληθεί με το χορό, ήταν όμως η γνωριμία της με τον σκηνοθέτη Φανκ, που την ώθησε αρχικά στη ενασχόληση της με την υποκριτική. Η Ρίφενσταλ πήρε μέρος σε ταινίες του Φανκ και ήταν αυτός που της έμαθε να σκηνοθετεί. Το σκηνοθετικό ντεμπούτο της έρχεται το 1932 με τη ταινία «Γαλάζιο φως» , ένας ύμνος πάνω στην άρια σωματική διάπλαση και η ταινία που προκάλεσε το ενδιαφέρον του Φύρερ ώστε να της ζητήσει να φτιάχνει τις ταινίες του ναζιστικού καθεστώτος. Σε αυτό το σημείο είναι που η πορεία της Ρίφενσταλ θα αλλάξει, που το όνομα της θα συνδεθεί με το ναζισμό και θα μείνει στη ιστορία. Η κινηματογράφηση του συνεδρίου του ναζιστικού κόμματος το 1934 θα έχει ως αποτέλεσμα το αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ «Ο θρίαμβος της θέλησης» (1935). Ένα ντοκιμαντέρ- προπαγάνδα για τον Χίτλερ και το ναζισμό, μία ταινία που είναι γυρισμένη με άριστο τρόπο, ώστε να θαυμάζεται από κινηματογραφιστές, και ένας ύμνος στο ναζισμό, ώστε να αποτελεί σημείο αναφοράς μέχρι και σήμερα από ακροδεξιές οργανώσεις. Η κινηματογράφηση των Ολυμπιακών αγώνων του 1936 θα έχει ως αποτέλεσμα την ταινία «Ολύμπια» (1938), ένας ακόμη ύμνος στο ναζιστικό καθεστώς και την άρια φυλή , λίγο πριν το ξέσπασμα του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Η «γλύκα του Χίτλερ» , όπως την αποκαλούσαν, ταξίδεψε μέχρι την Αμερική για να προωθήσει την ταινία.
Ένα άλλο κομμάτι που έχει ενδιαφέρον σχετικά με την Ρίφενσταλ ήταν οι προσωπικές της σχέσεις με Γ’ Ράιχ. Δεν είναι σίγουρο ότι είχε ολοκληρωμένες ερωτικές σχέσεις με τον Χίτλερ, αλλά ο ίδιος ήταν μεγάλος θαυμαστής της. Ανάμεσα στα μέλη το Γ’ Ράιχ ήταν γνωστές οι ερωτικές της σχέσεις με πολλές ηγετικές μορφές, όχι όμως με τον Γκέμπελς , τον οποίο τον αποκαλούσε σακάτη και την ενοχλούσαν οι σεξουαλικές του προτάσεις. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την ήττα του άξονα, η Ρίφενσταλ δικάστηκε για εγκλήματα πολέμου, και το όνομα της έγινε ταμπού στο κινηματογραφικό κόσμο. Αδυνατώντας να βρει δουλειά , η Ρίφενσταλ στράφηκε στη φωτογραφία, είτε βγάζοντας φωτογραφίες από φυλές της Αφρικής , είτε να κάνοντας υποθαλάσσιες λήψεις. Η τελευταία της ταινία , εκείνης της εποχής, ήταν «Οι κάτω χώρες» (1954), για πολλούς η κινηματογραφική της απόρριψη στο ναζιστικό καθεστώς. Με το πέρασμα του χρόνου, η φήμη της Ρίφενσταλ αποκαταστάθηκε, αναγνωρίστηκε ως σημαντική σκηνοθέτης, ενώ έγινε και προσπάθεια να αποσυνδεθεί το όνομα της από τα εγκλήματα του ναζισμού. Η ιστορία της Ρίφενσταλ αποτελεί παράδειγμα σχετικά με το ερώτημα αν ένας καλλιτέχνης πρέπει να κρίνεται μόνο από το έργο ή σε συνδυασμό με τις πολιτικές του πεποιθήσεις, τη ζωή του και άλλους παράγοντες.
Η Ρίφενσταλ συνέχισε τη ζωή της διαφορετικά, μάλιστα η ζωή της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και επικίνδυνη. Το 1973 είπε ψέματα για την ηλικία της, για να αποκτήσει άδεια δύτη με σκοπό να κινηματογραφήσει την υδρόβια ζωή στον Ειρηνικό, όπου ήρθε αντιμέτωπη με έναν καρχαρία. Το 2000 , στα 97 της, το ελικόπτερο της συνετρίβει, σε ταξίδι της στο εμπόλεμο Σουδάν. Το γεγονός αυτό δεν εμπόδισε την Ρίφενσταλ να ολοκληρώσει την τελευταία της ταινία, η ταινία βγήκε στις αίθουσες το 2002 με το τίτλο «Υποθαλάσσιες εντυπώσεις», 48 χρόνια μετά την τελευταία της ταινία και κάνοντας την Ρίφενσταλ το γηραιότερο άνθρωπο που σκηνοθέτησε ντοκιμαντέρ, στα 99 της χρόνια. Δημιουργώντας έτσι έναν επίλογο σε μία πολυτάραχη και αμφιλεγόμενη ζωή λίγο πριν το θάνατο της στα 101.