Tags
ΜΕ ΤΟΥΣ ΛΙΛΑ ΠΑΠΑΠΑΣΧΟΥ & ΓΙΩΡΓΟ ΑΓΓΕΛΙΔΗ
Η πολιτιστική στήλη ARS & VITA μετά από την “ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ” και το “ΠΡΟΣΩΠΟ-ΚΕΝΤΡΙΚΑ με…” εγκαινιάζει ένα νέο κύκλο καλλιτεχνικών συναντήσεων με τίτλο “ΠερίΠλοκές” φιλοξενώντας στις εικονικές της σελίδες καλλιτέχνες από όλο το φάσμα των Γραμμάτων & των Τεχνών.
Συμπαίκτης μου σ’ αυτήν την ιδιόμορφη παρτίδα για τέσσερις ο νέος και πολλά υποσχόμενος συγγραφέας Γιώργος Αγγελίδης, το όνομα του οποίου είμαι σίγουρη ότι το έχετε ήδη ακούσει με αφορμή κυρίως τη συγγραφική του δράση (…γιατί το ταλέντο του εκτείνεται και σε άλλες τέχνες όπως θα έχετε διαπιστώσει από τις υπέροχες φωτογραφίες του, που τον τελευταίο καιρό κοσμούν τις κριτικές και τα αφιερώματα της στήλης…) και όπως όλα δείχνουν θα το ακούτε πολύ συχνά στο άμεσο, ευελπιστώ και στο απώτερο, μέλλον.
Επειδή όμως, όπως αναφέρεται παραπάνω, αυτό το παιχνίδι είναι για τέσσερις, οι ΠερίΠλοκές κάνουν «πρεμιέρα» με ένα καλλιτεχνικό δίδυμο και συγκεκριμένα μία σκηνοθέτη και μία ηθοποιό που φιλοδοξούν να κάνουν τη διαφορά στο θεατρικό γίγνεσθαι της πόλης με την παράσταση που φέρει το δίγλωσσο και αμφίσημο τίτλο «Follicle/Θύλαξ». Ένα παράξενο κορίτσι με τερατωδώς μακριά μαλλιά παλεύει να κατανοήσει τον κόσμο που το περιβάλλει, ο οποίος πολλές φορές μοιάζει πολύ πιο παράξενος, ακαταλαβίστικος και εχθρικός από αυτόν που εκπαιδεύτηκε να γνωρίζει και εντέλει επέλεξε για να ζει.
Η σκηνοθέτης/κινηματογραφίστρια Σεβαστιάνα Αναγνωστοπούλου βρέθηκε «αντιμέτωπη» με τις ερωτήσεις της Λίλας Παπαπάσχου και η ηθοποιός/κινησιολόγος-χορογράφος Φαίδρα Σούτου με αυτές του Γιώργου Αγγελίδη, σε μία συνεχή «περιπλοκή» λέξεων και σκέψεων, που χαρακτηρίζει το γενικότερο μοτίβο πάνω στο οποίο θα αλληλεπιδρούμε ως δημοσιογραφικό δίδυμο, αντιμετωπίζοντας κάθε φορά κι από ένα διαφορετικό καλλιτεχνικό “ζευγάρι”.
Σκοπός και στόχος αυτής της νέας «περιπέτειας» της στήλης ARS & VITA είναι να αναδειχθεί η ουσιαστικά αυταπόδεικτη αλήθεια, ότι σ’ αυτήν τη χώρα την ιστορία τη γράφουν πάντα οι «παρέες» (…αυτό πιθανότατα να ισχύει παγκοσμίως…) και ότι μόνο μέσα από τη σύνθεση: ιδεών, εμπειριών, ικανοτήτων και απόψεων μπορεί να προκύψει κάτι πραγματικά πρωτότυπο, ρηξικέλευθο, ανατρεπτικό και ικανό να βρει ουσιαστική ανταπόκριση, μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα εικόνων και πληροφοριών που χαρακτηρίζει τη νέα ψηφιακή εποχή και μας κατακλύζει καθημερινά και οικουμενικά.
Η Σεβαστιάνα Αναγνωστοπούλου και η Φαίδρα Σούτου, μία μέρα μετά από τη δική τους πρεμιέρα στο BIOS.TESLA main πρωταγωνιστούν στη δική μας πρώτη, διπλά δυαδική καλλιτεχνική συνάντηση. Τις ευχαριστούμε θερμά για την εμπιστοσύνη που μας έδειξαν και σας τις παρουσιάζουμε μέσα από το πρίσμα των ΠερίΠλοκών.

Φαίδρα Σούτου + Σεβαστιάνα Αναγνωστοπούλου στο φως και στο ημίφως…
Λ.Π. Πώς ξεκίνησε η ιδέα της ιστορίας ενός κοριτσιού που μεγαλώνει σε έναν κόσμο παράξενο, όπως είναι και το ίδιο, και ποια η σχέση της παράστασης με την έννοια της διαφορετικότητας εν γένει;
Σ.Α. Η πρώτη έμπνευση για την παράσταση «Follicle/Θύλαξ» προήλθε από ένα διήγημα της Jenny Erpenbeck (συλλογή Σκύβαλα). Η Erpenbeck είναι από τις αγαπημένες μου συγγραφείς, γι’ αυτό και η προηγούμενη παράστασή μου ήταν επίσης εμπνευσμένη από δική της δουλειά, αν και προσπαθώ πάντα το τελικό αποτέλεσμα να έχει την προσωπική μου σφράγιδα, γιατί ανεξάρτητα από που αντλεί έμπνευση ένας καλλιτέχνης η προσαρμογή του αρχικού κειμένου υπόκειται σε πολλές διεργασίες, με στόχο αυτό που θα προκύψει να είναι κάτι εντελώς νέο και πρωτότυπο. Έναυσμα για τη δημιουργία της συγκεκριμένης παράστασης αποτέλεσε επίσης, η αντίληψη που έχω για την Ελληνική οικογένεια, ως ένα θεσμό υπερβολικά περιχαρακωμένο στον εαυτό του, με τα μέλη του απομονωμένα από τον έξω κόσμο. Τα υπόλοιπα στοιχεία που εισήλθαν στην αφήγηση προέκυψαν από μόνα τους, ως μια φυσική εξέλιξη όλων των παραμέτρων που προανέφερα.
Γ.Α. Μπορεί επί σκηνής να είσαι μόνη σου, όμως η παράσταση περιλαμβάνει βίντεο στα οποία απεικονίζονται διάφορα πρόσωπα με τα οποία έρχεσαι σε «επαφή». Είναι μεγάλη δοκιμασία η αλληλεπίδραση με ένα πρόσωπο το οποίο δεν είναι φυσικά παρόν στη σκηνή;
Φ.Σ. Το κορίτσι το οποίο υποδύομαι είναι κυριολεκτικά απομονωμένο μέσα στη «φούσκα» του, εξ’ ου και ο τίτλος της παράστασης «Θύλαξ». Έτσι, στην ουσία δεν αλληλεπιδρά καν με πρόσωπα, αλλά με τους ήχους τους, ή μάλλον με την «ηχώ» τους. Ο κάθε χαρακτήρας συνοδεύεται από έναν ήχο. Οι ήχοι αυτοί της -και τους- δίνουν ζωή. Είναι μεγάλη πρόκληση για έναν ερμηνευτή αντί να συνομιλεί με κάποιο υπάρχον πρόσωπο μέσω του διαλόγου, να συνομιλεί μέσω του ήχου του, χωρίς αυτός να είναι φυσικά παρόν. Εμένα, ως χορεύτρια, νομίζω ότι μου ήρθε πάρα πολύ φυσιολογικά. Μάλιστα μπορώ να σου πω, ότι μου ήταν πολύ πιο οικείο να συνομιλώ με τον ήχο παρά με τον ίδιο τον άνθρωπο. Η ύπαρξη βίντεο καθιστά ακόμη μεγαλύτερη την πρόκληση για εμένα ως ερμηνεύτρια, καθώς πρέπει να γίνω ένα και με τον ήχο και με την εικόνα. Να πάρω, δηλαδή, οποιοδήποτε συναίσθημα και οποιαδήποτε ακτινοβολία μου δημιουργεί η προβολή αυτή, που στην ουσία συνθέτει την ιστορία της κοπέλας που υποδύομαι, η οποία αν και βρίσκεται σε ένα σπίτι με δεκάδες άλλα άτομα, είναι στην ουσία μόνη της και τρέφεται από την οπτικοακουστική πραγματικότητα των άλλων.

….”σχοινοβατώντας” ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό…
Λ.Π. Θεωρείς ότι η παράσταση ισορροπεί ανάμεσα στις αισθήσεις και τις παραισθήσεις ενός κοριτσιού που διαθέτει μόνο ψήγματα γνώσεων και παρερμηνευμένες πληροφορίες;
Σ.Α. Δεν θεωρώ σε καμία περίπτωση ότι το κορίτσι του έργου και κατ’ επέκταση της παράστασης, δεν έχει το γνωστικό υπόβαθρο για να επιβιώσει, απλώς δεν ξέρει πως να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις που διαθέτει, για να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του πραγματικού κόσμου, έτσι όπως τον αντιλαμβανόμαστε μαζικά και γενικευμένα. Η αδυναμία αυτή δεν είναι προσωπική της επιλογή, αλλά της επιβάλλεται από το οικογενειακό της περιβάλλον και κυρίως από τη γιαγιά της. Παρ’ όλα αυτά δεν αντιτίθεται στη συγκεκριμένη κατάσταση, υιοθετώντας την κοσμοθεωρία της γιαγιάς της σε σχέση με τον «κακό» έξω κόσμο, από τον οποίο πρέπει να μείνει σε απόσταση, και εντέλει να προφυλαχθεί, γι’ αυτό εξαρχής δεν αντιμετωπίσαμε το κείμενο ως ένα δράμα εγκλεισμού. Έχοντας μάθει εξ’ ορισμού για τη χυδαιότητα του έξω κόσμου, όταν βγαίνει σε αυτόν στο τέλος της παράστασης, δε μπορεί παρά να διαπιστώσει πως αυτά που τόσα χρόνια είχε εκπαιδευτεί να πιστεύει, δυστυχώς ισχύουν.
Γ.Α. Η παράσταση δίνει την ίδια βαρύτητα και στα αφηγηματικά μέρη του έργου ή δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στην κίνηση; Δεδομένου ότι εκτός από ηθοποιός, στην συγκεκριμένη παράσταση εκτελείς και χρέη χορογράφου.
Φ.Σ. Πρόκειται για ένα μονόλογο. Ο λόγος συνδυάζεται απόλυτα με την κίνηση, σε σχέση με το κάθε πρόσωπο, είτε δημιουργώντας ένα μοτίβο του προσώπου είτε δημιουργώντας μια καθημερινότητα του κοριτσιού που υποδύομαι, η οποία είναι εξίσου φορμαλιστική. Εγώ ως χορογράφος δεν κινούμαι συνήθως φορμαλιστικά, οπότε ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η διαφοροποίηση. Ερμηνεύοντας μέσα σε μία αυστηρή – υποκριτικά και κινησιολογικά – φόρμα, ανακάλυψα ένα άλλο τοπίο της χορογραφίας το οποίο με αφορμή την παράσταση ξεκίνησα να εξερευνώ διεξοδικά. Μέσα από το φορμαλισμό έπρεπε να δημιουργήσω αλληλουχία κινήσεων η οποία να έχει λογική και δραματουργική συνέχεια, αλλά και άμεση σχέση με αυτό το ιδιόμορφο και απολύτως προσωπικό σύμπαν του κοριτσιού.
Λ.Π. Η προτίμηση σου στον κινηματογράφο έναντι του θεάτρου, αποτελεί μία έμμεση παραδοχή/ομολογία, ότι στην Ελλάδα είναι δύσκολο έως ανέφικτο να κάνει κανείς σινεμά με τους δικούς του όρους;
Σ.Α. Όχι. Δεν ισχύει αυτό. Θεωρώ, ότι το σινεμά μέχρι πρότινος πραγματοποιούνταν με πιο συνεπείς και επαγγελματικούς όρους απ’ ότι το θέατρο, ακριβώς γιατί το κόστος παραγωγής μιας ταινίας είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό μιας θεατρικής παράστασης, οπότε δεν επιτρέπει τυχόν ερασιτεχνισμούς και προχειρότητες. Ο λόγος που ορισμένες φορές «παρε-κλίνω» προς το θέατρο, καθώς όπως είπαμε βάση μου είναι και επιθυμώ να είναι ο κινηματογράφος, είναι ότι το σινεμά λόγω διαδικασίας και κόστους αργεί περισσότερο. Η αίσθηση ασφυξίας που μου προκαλεί η αναμονή για το τελικό αποτέλεσμα, είναι αυτό που με ωθεί ενίοτε στο θέατρο. Αυτή την περίοδο βρίσκομαι στην προετοιμασία δύο ταινιών. Δυόμιση, δηλαδή, για να είμαι ακριβής, οπότε στην ουσία δεν απέχω από τον κινηματογράφο. Το αντίθετο θα έλεγα.

ένα κορίτσι χωρίς όνομα…σε έναν κόσμο παράξενο και απειλητικό
Γ.Α. Σε πολλές περιπτώσεις, το video art που συνοδεύει μια παράσταση τείνει να επισκιάζει τον ή τους ηθοποιούς που βρίσκονται επί σκηνής, γεγονός που -ίσως αμυντικά- τους οδηγεί σε υπερβολές στην ερμηνεία τους. Υπήρξε για εσένα κάποιο παρόμοιο άγχος ή φόβος;
Φ.Σ. Δεν είχα ποτέ τέτοιο φόβο γιατί ή Σεβαστιάνα είναι πάρα πολύ συγκεντρωμένη και συγκεκριμένη σε αυτό που θέλει να κάνει. Ξέρει πώς θα χρησιμοποιήσει το υλικό της και επί σκηνής και στα βίντεο. Γνωρίζει πολύ καλά πώς θα κάνει αυτούς τους ανθρώπους να συνυπάρξουν οργανικά και αρμονικά, να συνομιλήσουν μεταξύ τους και εντέλει να γίνουν ένα. Το βίντεο, λοιπόν, δεν επισκιάζει το χαρακτήρα που υποδύομαι αλλά αντίθετα τον συμπληρώνει και τον «φωτίζει» ακόμη περισσότερο. Έχω την αίσθηση, πως αν κάποιος πιστεύει στις ικανότητες του και σε αυτό που κάνει, αν ταυτίζεται και μπορεί να το υπηρετήσει μέχρι τέλους, δεν έχει να φοβηθεί τίποτα και κανέναν.
Λ.Π, Στις μέρες μας όλες σχεδόν οι παραστάσεις περιλαμβάνουν κάποιο video art, γεγονός που ενίοτε εκτός από υπερβολικό, καταντά και παρωχημένο. Πως διαφοροποιείται η δική σας παράσταση σε σχέση με τη χρήση οπτικοακουστικού υλικού;
Σ.Α. Είναι μεγάλη αλήθεια αυτό και πολλές φορές λειτουργεί εις βάρος τους. Ίσως άρχισε να συμβαίνει σε τόσο μεγάλο βαθμό γιατί ακριβώς ανέβαιναν πολύ συχνά τα ίδια έργα – κατά βάση κλασικά – και προφανώς οι συντελεστές τους αναζητούσαν τρόπους για να τα παρουσιάσουν κάπως διαφορετικά και πρωτότυπα. Κάποια στιγμή, που ενδέχεται να έχει ήδη φτάσει, η ξενόφερτη και ετεροχρονισμένη αυτή «μόδα» θα αρχίσει να κατευνάζεται και στην Ελλάδα. Στη δική μας παράσταση, η ανάμειξη οπτικοακουστικού υλικού, πέρα από το ρόλο που παίζει τονίζοντας την αντίθεση του απομονωμένου αυτού πλάσματος, που βρίσκεται εγκλωβισμένο στον «Θύλακα» και αλληλεπιδρά με τον έξω κόσμο μόνο μέσω ήχων και εικόνων – κυρίως μέσω ήχων – έχει να κάνει και με τον αυτοπροσδιορισμό μου ως κινηματογραφίστρια κατ’ αρχάς και κατ’ αρχήν. Όταν κάνω θέατρο, από την πρώτη μου κιόλας δουλειά, στόχος μου ήταν, είναι και θα είναι αυτή η μίξη του θεάτρου με τον κινηματογράφο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, με την παράσταση «Follicle/Θύλαξ» σύντομα θα έχω την ευκαιρία να κάνω και το ανάποδο. Να μεταφέρω το θέατρο στον κινηματογράφο, κάτι που αν μη τι άλλο δεν συνηθίζεται.
Γ.Α. Ποιο από τα δύο είναι πιο δύσκολο; Nα καθοδηγείς χορογραφικά κάποιον τρίτο ή τον ίδιο σου τον εαυτό ; Πόσο εφικτό είναι να ελέγξεις το χορογραφικό αποτέλεσμα στο δικό σου κορμί;
Φ.Σ. Πάντα υπάρχει μεγαλύτερη δυσκολία όταν χορογραφείς και χορεύεις ταυτόχρονα. Στην προκειμένη περίπτωση όμως, δεν υπερβάλλω λέγοντας πως δε δυσκολεύτηκα καθόλου. Στις πρόβες είχαμε μπει τόσο βαθιά στο μυστηριώδες και συνάμα γοητευτικό σύμπαν αυτού του κοριτσιού, ένα σύμπαν τόσο ειλικρινές και συγκεκριμένο στο μυαλό της Σεβαστιάνας, που η χορογραφία προέκυψε εντελώς αυθόρμητα και φυσικά. Όταν υπάρχει δημιουργικότητα το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι όμορφο και καλαίσθητο. Η Σεβαστιάνα με οδηγούσε σε κάθε βήμα, κάτι που επιζητούσα ιδιαίτερα στη ζωή μου αυτή την περίοδο. Μου αρέσει να με καθοδηγούν, πόσο μάλλον άνθρωποι που έχουν να με διδάξουν πράγματα και μαζί τους νιώθω ότι μπορώ να εξελιχθώ. Η Σεβαστιάνα ανήκει στην κατηγορία καλλιτεχνών, που μπορούν να εκμαιεύσουν τον καλύτερο εαυτό του ηθοποιού πάνω στη σκηνή. Όλα είναι θέμα συνεργασίας και εμπιστοσύνης.

….αέναη εναλλαγή-συνδιαλλαγή φωτός και σκοταδιού…
Λ.Π. Στο βίντεο της παράστασης συμμετέχουν γνωστοί και καταξιωμένοι στο χώρο του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης ηθοποιοί. Ήταν δύσκολο να τους πείσεις να συμμετέχουν σε ένα τέτοιο τολμηρό εγχείρημα; Πώς συνεισέφεραν εκείνοι στη σταδιακή δόμηση της παράστασης;
Σ.Α. Τόσο εγώ όσο και η Φαίδρα δε θα μπορούσαμε – πλέον – να διανοηθούμε κάποιους άλλους ηθοποιούς για να ενσαρκώσουν τα πρόσωπα των «ψηφιακών» ηρώων, τα οποία καταθέτουν ολοκληρωμένη ερμηνεία, έστω κι αν δεν μιλάνε επί της ουσίας. Είμαστε πάρα πολύ τυχερές, γιατί έχουμε τη χαρά και την τιμή να εμφανίζονται πάρα πολύ σπουδαίοι άνθρωποι στα βίντεο. Έχεις δίκιο, πως ίσως αρχικά να τους ακούστηκε κάπως τολμηρή και ριψοκίνδυνη μια τέτοια πρόταση, η αλήθεια είναι όμως ότι δεν αντιμετώπισα κάποια δυσκολία στο να τους πείσω. Ακόμη και η κα. Μαρία Αλιφέρη και ο κ. Νίκος Ψαρράς που είναι αδιαμφισβήτητα καταξιωμένοι και έμπειροι καλλιτέχνες με ευρύτατη αναγνωρισιμότητα, δέχθηκαν αμέσως και ευχαρίστως την πρόταση μας, οπότε θεωρώ ότι ήταν ακριβώς το πειραματικό σκέλος του πράγματος, που μας οδήγησε στην επίτευξη μίας άμεσης και αμοιβαίας συμφωνίας. Ο υπόλοιπος «πληθυσμός» αυτού του παράξενου κόσμου, που απεικονίζεται στα βίντεο της παράστασης, είναι φυσικά εξίσου αξιόλογος. Μαζί μας είναι και η Σοφία Μαραθάκη, ο Χρήστος Καπενής, η Λήδα Κουτσοδασκάλου, η Μαρίνα-Χλόη Αναγνωστοπούλου και ο Γιώργος Σταυριανός. Τους ευχαριστούμε όλους πολύ για την καθοριστικότατη συμβολή τους στην επίτευξη ενός ολοκληρωμένου σκηνικού αποτελέσματος.
Λ.Π. + Γ.Α. Ο τίτλος του έργου είναι σε δύο γλώσσες, ελληνική και αγγλική. Αυτό έχει να κάνει με τη φιλοδοξία να μεταφερθεί το έργο προσεχώς στο εξωτερικό ή κρύβεται και κάτι άλλο πίσω και κάτω από τη δίγλωσση ονομασία της παράστασης που μάλιστα στην ελληνική της εκδοχή εμφανίζεται στην καθαρεύουσα;
Σ.Α.: Αρχικά ο τίτλος ήταν μόνο στα Αγγλικά, γιατί σκοπός ήταν η παράσταση να ανέβει στην Αγγλία όπου ζούσα μέχρι και πέρυσι και όπου όντως είναι μέσα στα άμεσα σχέδια μας να ανέβει σύντομα. Η προσθήκη του ελληνικού τίτλου και μάλιστα όπως είπες πολύ σωστά στην καθαρεύουσα, έγινε όταν αποφασίσαμε να ανέβει η παράσταση πρώτα στην Αθήνα. Ο ήχος της λέξης «ΘΥΛΑΞ», εφόσον έχουμε υπερθεματίσει την έννοια του ήχου στην συγκεκριμένη παράσταση, είναι σίγουρα πιο κοφτός και πιο απόλυτος από αυτόν της λέξης «ΘΥΛΑΚΑΣ». Πέρα από αυτούς τους πρακτικούς και σημειολογικούς λόγους όμως, υπάρχει ακόμη ένας λόγος που σχετίζεται με τη «διγλωσσία» του τίτλου. Έχει να κάνει με το θέμα της αλληλεπίδρασης δυο κοινωνιών, κάτι που θίγεται μέσα στο έργο, είτε αυτές είναι ένα σπίτι και η συνδιαλλαγή του με τον έξω κόσμο είτε η Ελλάδα, η μια οποιαδήποτε κοινωνία, που αλληλεπιδρά με μια κοινωνία έξω από τη δική της. Άσχετα λοιπόν με το γεγονός ότι το κείμενο έχει γραφτεί προ κρίσης, με έναν απρόβλεπτο και «ενορατικό» τρόπο ακόμα και μέσω του δισυπόστατου τίτλου της παράστασης, επικαιροποιείται.
Φ.Σ.: Εμένα πέρα από όλα όσα ανέφερε η Σεβαστιάνα, με τα οποία συμφωνώ απόλυτα, μου αρέσει αυτή η «διγλωσσία» του τίτλου γιατί ακριβώς δημιουργεί και σε εμένα ως ερμηνεύτρια, αλλά θέλω να πιστεύω και στο κοινό, μια διάθεση εκτός ορίων, είτε αυτά είναι τα όρια της πόλης ενός ανθρώπου, της χώρας του, ή ακόμη και αυτού του ίδιου του εαυτού του/μας.

…εστιάζοντας στα μακριά μαλλιά…
FOLLICLE / ΘΥΛΑΞ
Ένα οπτικοακουστικό παραμύθι
Θύλαξ: θήκη ή περίβλημα οργάνων του σώματος: ~δοντιών / τριχών.
*πρεμιέρα Πέμπτη 19 Μαΐου*
Ένας παράξενος κήπος που αναπνέει, ένα Κορίτσι με τερατωδώς μακριά μαλλιά, η Γιαγιά με το λεπτό της γούστο, ο κος Λεό έμπιστος και αντάξιός της, μια μαμά υδάτινη, ένας- μπαμπάς-που, η Σοφία με τον έξω κόσμο της, ο διάστικτος Πάτροκλος και η Φανή που πασπαλίζει με τη σκόνη του λιγοστού δρόμου.
Το Follicle ακολουθεί τις αναμνήσεις ενός Κοριτσιού: τα μυστηριώδη παιδικά χρόνια μέσα σε ένα υπερπροστατευτικό και κλειστοφοβικό περιβάλλον, την αποκοπή της από τον πραγματικό κόσμο, την ενηλικίωση υπό αιχμαλωσία μέσα σε ένα περίεργο σπίτι, περιτριγυρισμένο από έναν κήπο που σχεδόν διαθέτει μια δική του ζωή.
Το Κορίτσι είναι η αφηγήτρια της ιστορίας, η οποία ξεκινάει ήδη από τη μήτρα, εκεί όπου δημιουργείται η πρώτη της αντίληψη για τον εαυτό της και το σώμα της. Το Κορίτσι έχει γεννηθεί με μη αποδεκτά χαρακτηριστικά που τρομάζουν το στενό της περιβάλλον, μία μητριαρχική οικογένεια που κυβερνάται από τη σιδερένια θέληση της Γιαγιάς.
Το Κορίτσι πάσχει από στραβισμό και επιπλέον έχει μακριά, πλήρως ανεπτυγμένα, μαύρα μαλλιά. Η αποδοκιμασία από μέρους της Γιαγιάς είναι αναπόφευκτη, όπως επίσης και η απόφασή της να διορθώσει τα ανεπιθύμητα χαρακτηριστικά.
Τι θα δει το Κορίτσι με τα καινούρια του μάτια; Ποια μουσική επιτρέπεται; Τι γεμίζει τις πορσελάνες; Πώς προσφωνούνται οι άνθρωποι όταν χάνονται; Πώς γεννιούνται τα όνειρα; Τι σπρώχνει το χρόνο; Τι υπάρχει εκεί έξω; Πόσο αναπόδραστη είναι η απόδραση; Και τελικά πόσο επιθυμητή;
Κείμενο-σκηνοθεσία-video: Σεβαστιάνα Αναγνωστοπούλου
Κοστούμια: Μιράντα Θεοδωρίδου
Μουσική-sound design: Ελένη Λομβάρδου
Διεύθυνση φωτογραφίας-video – still photographer – φωτισμοί: Νίκος Βούλγαρης
Μοντάζ: Θανάσης Τότσικας
Κομμώσεις-κατασκευές: Λάουρα Γιουμπάνι
Συντονισμός παραγωγής: Κίρκη Σχίζα
Ερμηνεία – χορογραφία: Φαίδρα Σούτου
Στο video εμφανίζονται οι: Μαρία Αλιφέρη, Νίκος Ψαρράς, Σοφία Μαραθάκη, Χρήστος Καπενής, Λήδα Κουτσοδασκάλου, Μαρίνα-Χλόη Αναγνωστοπούλου, Γιώργος Σταυριανός
Πληροφορίες παράστασης:
BIOS. TESLA Main
Διάρκεια παραστάσεων: 19 Μαΐου – 5 Ιουνίου 2016
Παραστάσεις: Πέμπτη – Κυριακή
Έναρξη: 20:30
Είσοδος:10 ευρώ (ενιαίο)
Χορηγοί επικοινωνίας: WWW.ELCULTURE.GR, www.monopoli.gr WWW.CULTURENOW.GR, WWW.DEBOP.GR