Tags
τη στήλη γράφει & επιμελείται
η Λίλα Παπαπάσχου
Λίγους μήνες μετά το συγκλονιστικό «ΜΠΕΤΟΝ» του Τόμας Μπέρνχαρντ, o Πέρης Μιχαηλίδης επανέρχεται στο Κέντρο Τέχνης & Πολιτισμού BETON 7, ξανά σε ρόλο σολίστα, για να μας παρουσιάσει την θεατρική διασκευή του εμβληματικού έργου του Κνουτ Χάμσουν (…για την ακρίβεια Knut Pederson…) «Η ΠΕΙΝΑ».
Ο πολυταξιδεμένος και μόνιμα απένταρος συγγραφέας, υπήρξε μία άκρως αντιφατική προσωπικότητα, που έζησε έναν πολυτάραχο βίο. Αντίθετα με την επιτυχημένη πορεία των έργων του το όνομα του αμαυρώθηκε, επειδή τάχθηκε ανοιχτά υπέρ του εθνικοσοσιαλιστικού συστήματος, εκφράζοντας παράλληλα την υποστήριξη του στον Χίτλερ, γεγονός που τον στιγμάτισε για την υπόλοιπη ζωή. Το 1952 πέθανε μόνος και πλήρως απαξιωμένος, όπως συμβαίνει συνήθως με πολλούς καλλιτέχνες του διαμετρήματος του (…στις περισσότερες περιπτώσεις η διάνοια τους φλερτάρει επικίνδυνα με την παράνοια…) οι οποίοι συνήθως καταλήγουν απόκληροι και εντελώς ξεχασμένοι, ακόμα κι απ’ τους πιο ένθερμους υποστηρικτές τους.
Με βάση τα παραπάνω βιογραφικά στοιχεία του λογοτέχνη «Η ΠΕΙΝΑ», χαρακτηρίζεται ως ένα καθαρά αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα, αφού πραγματεύεται την μοναχική πορεία ενός άπορου συγγραφέα, που αγωνίζεται να τα βγάλει πέρα, περιπλανώμενος στους γεμάτους παγίδες δρόμους μίας μεγαλούπολης (…Χριστιάνια…μετέπειτα Όσλο…και συμβολικά Λονδίνο, Άμστερνταμ, Βερολίνο…Αθήνα…κι όπου υπάρχουν άνθρωποι…) πουλώντας τα έργα του ευκαιριακά, μόνο και μόνο για να εξασφαλίσει ένα πιάτο φαί και ένα κρεβάτι για να κοιμηθεί. Η πείνα όμως που τον θερίζει είναι αποκλειστικά βιολογική;
Ο ήρωας που υποδύεται φέτος ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης σ’ ένα ασφυκτικά γεμάτο ΒΕΤΟΝ7 (…η παράσταση που παρακολουθήσαμε ήταν κανονικά η τελευταία, αλλά δόθηκε παράταση λόγω μεγάλης προσέλευσης και θα παίζεται τουλάχιστον μέχρι τα τέλη Μαρτίου…) πρεσβεύει κάτι πολύ πιο σημαντικό και οικουμενικό, απ’ την σκιαγράφηση ενός διανοούμενου-παρία. Ο Αναστάσιος Βενέτης που υπογράφει την θεατρική διασκευή του πιο δημοφιλούς και πολυμεταφρασμένου έργου του Χάμσουν, κατάφερε να αναδείξει μέσα από ένα καλομονταρισμένο κείμενο, όλα εκείνα τα στοιχεία του μυθιστορήματος, που καταδεικνύουν την μοναξιά, την εξαθλίωση και την απόγνωση ενός ανθρώπου που κάνει το μέγα λάθος να αναλώνεται σε πνευματικές δραστηριότητες, επιζητώντας μάλιστα και επιβράβευση για την δημιουργικότητα του, σε έναν κόσμο που έχει ταυτίσει την έννοια της καταξίωσης, της επιτυχίας και κατ’ επέκταση της ευτυχίας, αποκλειστικά και μόνο με τις υλικές απολαβές και τις σαρκικές απολαύσεις. Οι κοινωνίες διαχρονικά και α-γεωγραφικά τιμωρούν με ισόβιο αποκλεισμό, οποιονδήποτε αντιστέκεται σθεναρά στην ισοπέδωση της προσωπικότητας-πνευματικότητας του και είναι πλέον πασιφανές, ότι αυτή η καθαρά υλιστική στάση ζωής έχει λάβει – παγκοσμίως – διαστάσεις πανδημίας.
Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, πριν παρακολουθήσω την παράσταση είχα κάποιους ενδοιασμούς, σχετικά με το κατά πόσο θα καταφέρει ο αξιόλογος καλλιτέχνης, να διαφοροποιηθεί ουσιαστικά απ’ την υποδειγματική ερμηνεία που μας χάρισε ως Ρούντολφ στο Μπετόν του Τόμας Μπέρνχαρντ. Οι δύο παραληρηματικοί μονόλογοι – εκ πρώτης όψεως – έχουν πολλές ομοιότητες. Ο αντισυμβατικός ήρωας του Χάμσουν, όπως και ο αντίστοιχος του Μπέρνχαρντ (…του Ντοστογιέφσκι / Υπόγειο, του Έσσε / Ο Λύκος της Στέπας…και πάει λέγοντας…) ζουν περιχαρακωμένοι σ’ έναν δικό τους ανήλιαγο και εχθρικό κόσμο, γεμάτο διαψεύσεις και ανεκπλήρωτα όνειρα, προσπαθώντας εναγωνίως να δημιουργήσουν κάτι που θα τους αποφέρει την πολυπόθητη λύτρωση από τα γήινα. Πιθανότατα, να υπάρχουν κι άλλες “παρεξηγήσιμες” ομοιότητες ανάμεσα στους δύο χαρακτήρες, αλλά αυτό που βιώσαμε το βράδυ της Τρίτης 24/2, παρακολουθώντας τον ταλαντούχο ηθοποιό φανερά αδυνατισμένο, να ανταποκρίνεται σε μία τεράστια υποκριτική πρόκληση με τον ενθουσιασμό πρωτοεμφανιζόμενου, δεν μας άφησε πολλά περιθώρια για περαιτέρω συγκρίσεις. Ο “ανώνυμος”, αντικονφορμιστής συγγραφέας που έπλασε ο Πέρης Μιχαηλίδης – με την σκηνοθετική επιμέλεια της Μαρίας Μητροπούλου – παρόλο που ήταν βυθισμένος στο ίδιο επιβλητικό μαύρο, της αφαιρετικής σκηνής του BETON 7, έφερε ένα τελείως διαφορετικό ερμηνευτικό ύφος και μία εντελώς διαφορετική σκηνική ποιότητα, δικαιώνοντας την επιλογή του ηθοποιού και των συνεργατών του να διασκευάσουν για το θέατρο, ένα λογοτεχνικό έργο με σχεδόν ανύπαρκτη πλοκή, το οποίο αποτέλεσε τομή στην ιστορία της λογοτεχνίας, μετατοπίζοντας το βάρος της αφήγησης στην ψυχολογία του ήρωα και ασκώντας καταλυτική επιρροή στους μεταγενέστερους συγγραφείς.
Στην δική μας προηγμένη τεχνολογικά, ολοένα και πιο “ψηφιακή” εποχή, η ιστορία ενός πένητα Νορβηγού συγγραφέα (…ναι υπήρχαν άνθρωποι που πεινούσαν στον Βορρά και προφανώς συνεχίζουν να υπάρχουν…η φτώχεια δεν είναι σύμπτωμα του Νότου…) που δίνει καθημερινά την μάχη του με την πείνα – κυριολεκτικά και μεταφορικά – παραμένει δυστυχώς τραγικά επίκαιρη. Ο Πέρης Μιχαηλίδης κατάφερε να μας πείσει, ότι ο ήρωας του Χάμσουν μας αφορά άμεσα, ακόμα κι αν θεωρητικά ανήκουμε στην κατηγορία των “χορτασμένων”, ενσαρκώνοντας με ευαισθησία την πεμπτουσία του υπαρξιακού αδιεξόδου ενός ασυμβίβαστου ανθρώπου, ενώ ταυτόχρονα παρέμεινε νοσηρά γοητευτικός και απροσδόκητα αστείος, ακόμα κι όταν μας αφηγούνταν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, το μέγεθος της κατάντιας του.
Μετά το τέλος της παράστασης, ο πάντα ανήσυχος καλλιτέχνης, μοιράστηκε μαζί μας τις σκέψεις του γύρω απ’ τους λόγους, που τον ώθησαν να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο έργο, εκφράζοντας παράλληλα την πρόθεση του να το παρουσιάσει μελλοντικά σε χώρους μη θεατρικούς, όπου δραστηριοποιούνται διάφορες συλλογικότητες:
«Τα έργα θα πρέπει να έχουν έναν σκοπό που ανεβαίνουν, να μην είναι ξεκάρφωτα. «Η ΠΕΙΝΑ» του Κνουτ Χάμσουν, αν και είναι γραμμένη το 1890 μοιάζει σαν να έχει γραφτεί τώρα για όλη αυτήν την ανθρωπιστική κρίση που αντιμετωπίζουμε, η οποία δεν είναι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, αλλά και σε υπαρξιακό και για μένα εκεί είναι όλη η ουσία. Βλέπουμε καθημερινά άστεγους σε κάθε σημείο της πόλης, και συναντάμε παντού περιφερόμενους ανθρώπους, ν’ αναζητούν τροφή για να καλύψουν πρωταρχικά τις σωματικές και κατ’ επέκταση και τις πνευματικές τους ανάγκες. Πέρα από την φτώχεια, υπάρχει κι ένα τεράστιο πνευματικό έλλειμμα στις μέρες μας και ο καθένας από εμάς καλείται να πάρει θέση, απέναντι σ΄αυτό το φαινόμενο. Το προαναφερόμενο λογοτεχνικό έργο είναι ένα καθαρά υπαρξιακό κείμενο και γι’ αυτό αποφασίσαμε να το ανεβάσουμε φέτος, ανοίγοντας τις πόρτες στον κόσμο με ελεύθερη είσοδο προαιρετικής συνεισφοράς, ώστε να μοιραστούμε με τους ανθρώπους που θα έρθουν αυτήν την ανάγκη για περισσότερη αλληλεγγύη.
Λένε, ότι οι ηθοποιοί – οι καλλιτέχνες γενικά – προσφέρουν έργο στο κοινωνικό σύνολο ή θα έπρεπε να προσφέρουν, οπότε μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο της προσφοράς, εγώ αυτό μπορώ να κάνω κι αυτό κάνω, με στόχο την ευαισθητοποίηση του ανθρώπου απέναντι στον άνθρωπο και την τοποθέτηση του πάνω απ’την κερδοσκοπία. Επίσης, θα ήθελα να προσθέσω ότι δεν πιστεύω, πως οι άνθρωποι που ζουν στα όρια της φτώχειας και ψάχνουν στα σκουπίδια για να εξασφαλίσουν λίγο φαγητό ή οτιδήποτε άλλο τους βοηθάει να επιβιώσουν, δεν είναι πνευματικοί άνθρωποι. Έχω δει πολλές φορές ανθρώπους αξιοπρεπείς και καλοντυμένους, ν’ αναζητούν στους κάδους απορριμμάτων φαγητό και είδη πρώτης ανάγκης κι αυτό για μένα σημαίνει, ότι η πείνα έχει εξαπλωθεί σε όλα τα επίπεδα και όλα τα κοινωνικά στρώματα.
Όσον αφορά την παράσταση, έχω δηλώσει απ’ την αρχή την πρόθεση μου, να την παρουσιάσουμε σε χώρους που δραστηριοποιούνται διάφορες συλλογικότητες, είτε αυτοί είναι χώροι ψυχολογικής υποστήριξης, είτε σωφρονιστικά ιδρύματα και μονάδες απεξάρτησης, ή αντίστοιχα χώροι φιλοξενίας αστέγων. Το γεγονός ότι παρουσιάζεται αυτήν την στιγμή στο BETON 7, αποτελεί απλά το εφαλτήριο για την περαιτέρω πορεία της. Ολοκληρώνοντας, θα ήθελα να τονίσω, ότι το συγκεκριμένο έργο του Κνουτ Χάμσουν τυγχάνει να είναι απ’ τα πρώτα βιβλία που έχω διαβάσει στη ζωή μου και με επηρέασε σε μεγάλο βαθμό, οπότε το επέλεξα συνειδητά με το σκεπτικό που σας ανέφερα παραπάνω και όχι για να μου πουν μπράβο για την κοινωνική μου ευαισθησία ή να μου αποδώσουν τα εύσημα για την σκηνική απόδοση του.»
Θα ήθελα να κλείσουμε το σημερινό αφιέρωμα στην παράσταση “Η ΠΕΙΝΑ” του Κνουτ Χάμσουν, που θα συνεχίσει να παίζεται στο Κέντρο Τέχνης & Πολιτισμού ΒΕΤΟΝ7 έως και τις 26 Μαρτίου 2015, κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 9 το βράδυ, με μια πολύ σύντομη αναφορά στην Υλαγιαλή που τόσο συχνά επικαλείται ο ήρωας του Χάμσουν. Ποια είναι άραγε η Υλαγιαλή και τι συμβολίζει; Να μία καλή ερώτηση, που θα κληθείτε κι εσείς να απαντήσετε αφού δείτε την παράσταση, δίνοντας την δική σας ερμηνεία σ’ έναν μύθο που ξεκίνησε το 1890 και συνεχίζει να μας απασχολεί έως σήμερα…πιο επίκαιρος από ποτέ…
Κνουτ Χάμσουν «Η πείνα»
Υπό την αιγίδα της Νορβηγικής Πρεσβείας και σε συνεργασία με το Νορβηγικό Ινστιτούτο Αθηνών
Συντελεστές
Μετάφραση – Θεατρική Προσαρμογή: Αναστάσιος Βενέτης
Σκηνοθετική Επιμέλεια: Μαρία Μητροπούλου
Κοστούμια: Δέσποινα Χειμώνα
Ερμηνεύει: Πέρης Μιχαηλίδης
INFO
Ημερομηνία: 4, 5, 11, 12, 18, 19, 25, 26 Μαρτίου 2015
Ώρα: 21:00
Διάρκεια: 50 λεπτά
BETON7 | Πύδνας 7, Βοτανικός – Αθήνα 11855 | (στάση μετρό ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΣ)
Tηλ. Κρατήσεων 2107512625
Είσοδος ελεύθερη με προαιρετική συνεισφορά